Το ζήτημα έχει αρχίσει να απασχολεί έντονα την αγορά, καθώς τα έργα που εγκαταστάθηκαν πριν από το 2020 δεν είχαν θεσμική υποχρέωση να συνεισφέρουν στο κόστος διαχείρισης των υλικών μετά το τέλος κύκλου ζωής τους. Αυτό συνεπάγεται ότι σήμερα δεν υπάρχει προβλεπόμενος μηχανισμός για την κάλυψη των σχετικών δαπανών, γεγονός που έχει οδηγήσει σε αναζήτηση λύσεων εκ των υστέρων.
Για τα φωτοβολταϊκά που τοποθετήθηκαν μετά το 2020 η εικόνα είναι διαφορετική, αφού εν τω μεταξύ είχε θεσπιστεί σύστημα ανακύκλωσης, δίνοντας τη δυνατότητα στους εισαγωγείς να ενσωματώσουν το τέλος ανακύκλωσης στην τιμή πώλησης του εξοπλισμού.
Ωστόσο, η πραγματικότητα σήμερα δείχνει μια σημαντική συσσώρευση αποβλήτων, με μεγάλο βαθμό δυσκολίας στη διαχείρισή τους, καθώς περιέχουν υλικά όπως το πυρίτιο που απαιτούν εξειδικευμένη επεξεργασία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, από τα περίπου 25 εκατομμύρια πάνελ που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα μέχρι σήμερα, τουλάχιστον 2,5 εκατ. έχουν είτε ολοκληρώσει τον κύκλο ζωής τους είτε αποσύρονται πρόωρα λόγω αντικατάστασης από πιο εξελιγμένο εξοπλισμό.
Το πρόβλημα, πάντως, δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Αντιστοίχως αργά κινήθηκε και η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία καθυστέρησε να θεσμοθετήσει σαφές πλαίσιο για την ανακύκλωση των φωτοβολταϊκών. Μάλιστα, όταν τελικά προχώρησε στη θέσπιση σχετικού κανονισμού, απαίτησε και την αναδρομική συμμετοχή των εισαγωγέων στο κόστος, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις, καθώς οι εισαγωγείς δεν είναι οι τελικοί χρήστες του εξοπλισμού και δηλώνουν αδυναμία να επωμιστούν τα έξοδα, τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις αγγίζουν τα εκατομμύρια ευρώ.
Επιπλέον, αν και η προηγούμενη ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος είχε εκπονήσει ένα σχέδιο επίλυσης του ζητήματος, αυτό παραμένει σε εκκρεμότητα, αφού δεν έχει ακόμα ενεργοποιηθεί από τη νέα πολιτική ηγεσία.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οξύνεται η κατάσταση λόγω των υψηλών χρεώσεων από το μοναδικό μέχρι πρότινος σύστημα ανακύκλωσης παλαιών πάνελ, τη «Φωτοκύκλωση», το οποίο ξεκίνησε τη λειτουργία του με τιμή 300 ευρώ/τόνο. Το κόστος αυτό κρίθηκε υπερβολικό από την αγορά, ενώ στη συνέχεια περιορίστηκε αρχικά στα 150 ευρώ/τόνο ενώ οι τελευταίες πληροφορίες κάνουν λόγο για χρεώσεις που κυμαίνονται περίπου στα 90 ευρώ/τόνο – ποσό που εξακολουθεί να θεωρείται υψηλό.
Στην εξίσωση προστίθεται και η απουσία θεσμικής εμπιστοσύνης ως προς το ποιος φορέας θα συλλέγει και θα διαχειρίζεται τα χρήματα της ανακύκλωσης. Το σύστημα θυμίζει δομή συνταξιοδοτικού ταμείου, καθώς τα έσοδα εισπράττονται τώρα, για να χρησιμοποιηθούν μετά από 20 χρόνια. Ωστόσο, δεν υπάρχει σαφής εγγύηση ότι οι πόροι αυτοί θα είναι διαθέσιμοι στο μέλλον. Έχουν εξεταστεί σενάρια να αναλάβουν συνδέσμοι τη συγκέντρωση των εισφορών, αλλά οι περισσότεροι φορείς είναι επιφυλακτικοί, καθώς η διαχείριση δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ χωρίς αυστηρό έλεγχο και θεσμική θωράκιση δημιουργεί εύλογους κινδύνους.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν ενδείξεις ότι ο τομέας της ανακύκλωσης φωτοβολταϊκών βαδίζει πλέον προς φάση ωρίμανσης. Εκτός από τη «Φωτοκύκλωση», στην αγορά εισέρχονται ή αναμένουν άδεια λειτουργίας τρία νέα συστήματα και ειδικότερα η «Ανακύκλωση – Ελληνικά Λατομεία – RE-LAT» (συμφερόντων Aktor), η «PV REVIVE Α.Ε.» (πρωτοβουλία των εταιρειών Jinko και ΚΑΥΚΑΣ) και η «ΑΝΑ.FOS Α.Ε.» με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Παράλληλα, έχουν τεθεί σε λειτουργία ή βρίσκονται σε προετοιμασία τρεις γραμμές παραγωγής για την επεξεργασία φωτοβολταϊκών πάνελ, προσφέροντας δυνατότητα εντός της χώρας για τη διαχείριση αποβλήτων, τα οποία έως πρόσφατα αποστέλλονταν στην Ιταλία.