Συγκεκριμένα, η μέση τιμή στην Αγορά Επόμενης Ημέρας (DAM) διαμορφώθηκε στα 41,27 ευρώ/MWh – επίπεδα που δεν έχουν παρατηρηθεί από την εποχή πριν την πανδημία και την ενεργειακή κρίση. Κατά τις ώρες 11 π.μ. έως 5 μ.μ., η τιμή ήταν σχεδόν μηδενική, αποτυπώνοντας την έντονη πίεση της προσφοράς από ΑΠΕ σε συνθήκες περιορισμένης ζήτησης.
Η εικόνα αυτή δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές αγορές παρατηρείται παρόμοια τάση, πιθανώς λόγω αφενός της αυξημένης παραγωγής από ήπιες μορφές ενέργειας και αφετέρου της ήπιας κατανάλωσης εξαιτίας των καλών καιρικών συνθηκών. Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική αγορά είναι από τις φθηνότερες στην Ευρώπη, καθώς η τιμή στην Ελλάδα ήταν χαμηλότερη από αυτή της Γερμανίας (48,19 ευρώ/MWh), της Γαλλίας (42,03 ευρώ/MWh), της Ισπανίας (43,96 ευρώ/MWh) και της Πορτογαλίας (49,98 ευρώ/MWh), η οποία μετά το πρόσφατο black-out εμφανίζει σημάδια μερικής ενεργειακής απεξάρτησης από την Ισπανία.
Στη νοτιοανατολική Ευρώπη, οι τιμές παρέμειναν υψηλότερες. Στη Βουλγαρία και Ρουμανία διαμορφώθηκαν στα 56,48 ευρώ/MWh, ενώ στην Ουγγαρία στα 57,04 ευρώ/MWh. Χαρακτηριστικό της ελληνικής αγοράς ήταν η τιμή των 2,94 ευρώ/MWh στις 11:00 και των μόλις 0,04 ευρώ/MWh στις 15:00, επίπεδα που υποδηλώνουν αφενός πληθωρική παραγωγή – κυρίως από ΑΠΕ – και αφετέρου δομική αδυναμία του υφιστάμενου μοντέλου να αξιοποιήσει προς όφελος του καταναλωτή αυτή τη φθηνή ενέργεια. Παρά τις τιμές αυτές, οι παραγωγοί ΑΠΕ συνεχίζουν να αμείβονται βάσει σταθερών, ρυθμιζόμενων τιμών. Στο ενεργειακό μείγμα οι ΑΠΕ κάλυψαν σχεδόν το 60% (59,14%) της ζήτησης, οι μονάδες φυσικού αερίου συμμετείχαν με 26,87%, οι εισαγωγές με 3,82%, οι λιγνιτικές μονάδες με 3,43% και τα μεγάλα υδροηλεκτρικά με 3,07%. Η μέση τιμή του Μαΐου μέχρι στιγμής διαμορφώνεται στα 83 ευρώ/MWh, εμφανώς χαμηλότερα από τους προηγούμενους μήνες, αν και δεν έχουν περάσει ακόμα τα Σαββατοκύριακα, όπου η ζήτηση παραδοσιακά μειώνεται.
Ωστόσο, στην αγορά λιανικής δεν παρατηρείται αντίστοιχη αποκλιμάκωση. Οι περισσότερες εταιρείες προμήθειας σχεδιάζουν να διατηρήσουν ή και να αυξήσουν τα τιμολόγιά τους τον Ιούνιο. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει τις χρόνιες στρεβλώσεις του μηχανισμού οριακής τιμολόγησης.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, απαιτείται επανεξέταση του μοντέλου και στροφή προς τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια, ώστε να υπάρξει καλύτερη σύνδεση της χονδρικής με τη λιανική τιμή. Την ίδια στιγμή, το φαινόμενο των περικοπών στην παραγωγή ΑΠΕ είναι σχεδόν καθημερινό.
Χθες οι περικοπές έφτασαν τις 1.600 MWh, ενισχύοντας τον ευρωπαϊκό προβληματισμό για τις επιπτώσεις της υπερπαραγωγής. Ο ENTSO-E, στην τελευταία θερινή του έκθεση, προειδοποιεί ότι οι υπερβάσεις προσφοράς σε περιόδους χαμηλής ζήτησης αυξάνουν τις εξαγωγικές ροές, αλλά εφόσον τα γειτονικά συστήματα αντιμετωπίζουν τις ίδιες πιέσεις, το αποτέλεσμα είναι η διάχυση αρνητικών τιμών σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι επιπτώσεις είναι οικονομικές – μείωση απολαβών για παραγωγούς – αλλά και λειτουργικές, αφού οδηγούν σε στρεβλώσεις του συστήματος. Ο ENTSO-E συνιστά στρατηγική διαχείριση και επαρκή σχεδιασμό υποδομών για την απορρόφηση της πλεονάζουσας πράσινης παραγωγής. Ειδική μνεία γίνεται για την Ελλάδα και την Ιταλία, οι οποίες κατά τους θερινούς μήνες αναμένεται να αντιμετωπίσουν αυξημένες ανάγκες και μειωμένη εφεδρεία.
Πάντως, για τον χειμώνα 2025-2026, δεν διαφαίνονται ανησυχίες ως προς την ασφάλεια εφοδιασμού, σύμφωνα με τα στοιχεία των εθνικών Διαχειριστών.