Χαρακτηριστικό παράδειγμα η δημοσκόπηση της Pulse που παρουσιάστηκε, χθες Τετάρτη 17/9, στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ.
Στην ερώτηση αν είδαν θετικά ή αρνητικά τα μέτρα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από το βήμα της ΔΕΘ οι ερωτώμενοι πολίτες εμφανίστηκαν μοιρασμένοι με το 44% να θεωρεί ότι τα μέτρα κινούνται προς την σωστή κατεύθυνση και 45% προς τη λάθος.
Μια απάντηση που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τις τοποθετήσεις των πολιτών όταν που κρίνουν τις παρουσίες των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων στη ΔΕΘ, μεταξύ των οποίων βέβαια και του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς θετικές κρίσεις έλαβε μόλις από το 32%, ενώ αρνητικές από το 51%.
Δηλαδή, ενώ ένα ποσοστό 51% των ερωτηθέντων έκρινε αρνητική την παρουσία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, άρα και αυτά που υποσχέθηκε, ένα ποσοστό 44% από αυτούς θεωρεί τα μέτρα που εξήγγειλε προς τη θετική κατεύθυνση. Ή και αντίστροφα, ενώ ένα ποσοστό μόλις 32% έκρινε θετική την παρουσία του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, αλλά ένα αισθητά υψηλότερο ποσοστό 45% θεωρεί λάθος τα μέτρα που εξήγγειλε.
Όπως και να το δει κανείς είναι παράδοξο και βέβαια δεν συνάδει ούτε καν με το αποτέλεσμα της ουσίας κάθε δημοσκόπησης την πρόθεση ψήφου όπου το κυβερνών κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη έλαβε μόλις 24%, παραμένοντας στα ίδια χαμηλά επίπεδα με τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων προ ΔΕΘ.
Ωστόσο, αυτό που δείχνει σε όλες τις δημοσκοπήσεις να μην αλλάζει εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο είναι η καθήλωση των ποσοστών της Νέας Δημοκρατίας κάτω του 25% στην πρόθεση ψήφου και κάτω του 30% στην αναγωγή επί των εγκύρων, δηλαδή με κάποιο σενάριο «μοιράσματος» των ψήφων όσων δηλώνουν αναποφάσιστοι.
Όπως επίσης δεν αλλάζει και η αδυναμία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης του ΠΑΣΟΚ να «ψαλιδίσει» τη διαφορά με το κυβερνών κόμμα που κινείται σε διψήφια ποσοστά.
Και τέλος, άλλη μια σταθερά μεγάλης πολιτικής σημασίας είναι ότι με τα ποσοστά που δίνουν οι δημοσκοπήσεις στη Νέα Δημοκρατία, ως πρώτο κόμμα, είναι αδύνατον να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Μια εξέλιξη που αν επαληθευτεί στις κάλπες της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης θα παίξει καθοριστική σημασία για το πολιτικό μέλλον της χώρας. Γιατί θα καταδείξει αν η αμφιλεγόμενη «πολιτική σταθερότητα» που προβάλλει ο πρωθυπουργός ως ατού μια νέας εκλογικής νίκης του αποτελεί και το βασικό κριτήριο επιλογής κόμματος των ψηφοφόρων ή τους απασχολούν όπως οι ίδιοι δηλώνουν περισσότερο τα άλυτα προβλήματα της ακρίβειας, της κατάρρευσης της δημόσιας υγείας, της εγκληματικότητας, των σκανδάλων και της διαφθοράς.