Τα όσα είπαν, χθες Τρίτη 17 Ιουνίου, οι κ.κ. Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς, στην παρουσίαση του δημοσιογράφου Σταύρου Λυγερού για τον πόλεμο στην Ουκρανία, παραπέμπουν σε έναν άλλο πόλεμο, όχι στην Ουκρανία αλλά στη Νέα Δημοκρατία.
Έναν εμφύλιο πόλεμο που υποβόσκει εδώ και πολλούς μήνες, με υπαιτιότητα του προέδρου της ΝΔ και πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ο οποίος αρνείται πεισματικά όχι να συζητήσει αλλά ούτε καν να ακούσει τις θέσεις και τις απόψεις όλων ανεξαιρέτως των στελεχών του κόμματος που ηγείται, ακόμη και των πρώην προέδρων και πρωθυπουργών, φθάνοντας μάλιστα μέχρι του σημείου να εκδιώξει από τη ΝΔ τον Αντώνη Σαμαρά.
Μάλιστα, δείχνοντας άμετρη αλαζονεία, λίγες ώρες πριν τις ομιλίες Καραμανλή και Βενιζέλου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στην Πολιτική Επιτροπή της Νέας Δημοκρατίας, μίλησε για αχρείαστους αυτόκλητους συμβουλάτορες που ανησυχούν από τον καναπέ τους για τα εθνικά θέματα.
Μια τοποθέτηση εκτός κάθε πολιτικού πολιτισμού και σεβασμού στην ιστορία του κόμματος και των πολιτικών που βρέθηκαν στην ηγεσία του πριν από τον ίδιο, που πλέον πιστοποιεί αυτά που καταλογίζουν στον Κ. Μητσοτάκη, πως θεωρεί τσιφλίκι του τη Νέα Δημοκρατία.
Για τους γνωρίζοντας τα εσωκομματικά της ΝΔ αλλά και την ιστορία της θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι από πλευράς Κώστα Καραμανλή δεν θα υπάρξει κάποια άκρως εντυπωσιακή αντίδραση. Ο πρώην πρωθυπουργός θα συνεχίσει να συμβουλεύει χωρίς εισαγωγικά όποιον και αν βρεθεί στην ηγεσία του κόμματος, αλλά ουδέποτε σκέφτηκε ή πρόκειται να μπει σε πειρασμό να πολεμήσει το ίδιο του το κόμμα, με την δημιουργία ενός νέου κομματικού σχηματισμού.
Το αντίθετο συμβαίνει με τον Αντώνη Σαμαρά. Όπως την δεκαετία του 1990 δημιούργησε την Πολιτική Άνοιξη, έτσι και τώρα κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο, -το αντίθετο μάλιστα-, να προβεί και πάλι στην δημιουργία ενός νέου κόμματος.
Ποιος από τους δύο πρώην εμβληματικούς προέδρους της ΝΔ θα κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά στον Κυριάκο Μητσοτάκη; Προφανώς και οι δύο. Γιατί είτε το πιστεύει είτε όχι ο σημερινός πρωθυπουργός και πρόεδρος της ΝΔ, στις τάξεις του κόμματος που ηγείται υπάρχουν πολλά στελέχη που διαφωνούν κάθετα μαζί του και με τις τακτικές του και με τις πολιτικές τους.
Το ίδιο συμβαίνει και με τους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι μεταξύ δυο επίσημων εκλογικών αναμετρήσεων των τελευταίων εθνικών εκλογών και των ευρωεκλογών η Νέα Δημοκρατία έχασε πάνω από 1.000.000 ψηφοφόρους. Και την τεράστια αυτή απώλεια βέβαια την χρεώνεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσωπικά.
Και η κατρακύλα βέβαια συνεχίζεται και δημοσκοπικά, με την τελευταία δημοσκόπηση της Alco, χθες, να δείχνει τη ΝΔ στο αποκαρδιωτικό 22,4% στην πρόθεση ψήφου. Ένα ποσοστό που όσο και αν επιχειρείται να «καλλωπιστεί» δείχνει μια κυβέρνηση, ένα κόμμα σε αποδρομή.
Γιαυτή την κατρακύλα σίγουρα δεν ευθύνονται οι κατά τον πρωθυπουργό «αυτόκλητοι συμβουλάτορες», αλλά η δική του ανικανότητα και αλαζονεία.
Το μόνο που κατά τα κοινώς λεγόμενα «σώζει» τον Μητσοτάκη είναι η πλήρης αδυναμία όλων των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης να τον αντιπολιτευθούν με τέτοιο τρόπο ώστε να τον νικήσουν.
Η ζημιά, όμως, που έχει προκληθεί στην κυβερνώσα παράταξη είναι τέτοια που δεν μπορεί να την επιδιορθώσει ούτε η ανυπαρξία της αντιπολίτευσης. Η παράταξη του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει χάσει το λαϊκό έρεισμα και το μόνο που απομένει είναι να αποδειχθεί και στις κάλπες που έρχονται. Και ίσως σε πολύ πιο σύντομο χρόνο από την ολοκλήρωση της τετραετίας. Άλλωστε στην προχθεσινή συνεδρίαση της ΠΕ της ΝΔ ο πρωθυπουργός επί της ουσίας κήρυξε την έναρξη της προεκλογικής περιόδου.