Η εισηγήτρια της ΝΔ Μαριλένα Σούκουλη-Βιλιάλη είπε ότι με το ρυθμιστικό πλαίσιο για το διοξείδιο του άνθρακα, δημιουργείται μια ακόμη βιώσιμη απάντηση στην κλιματική κρίση που δύναται να οδηγήσει, από μόνη της, περίπου στο 7% της μείωσης των εκπομπών. «Το πράττουμε αυτό δημιουργώντας παράλληλα μια νέα αλυσίδα αξίας, για την ελληνική οικονομία, στην οποία υπολογίζεται ότι σε πρώτη φάση, θα μοχλευθούν περί τα 4 δισ. ευρώ και περίπου 32.000 νέες καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας», είπε η βουλευτής της ΝΔ και τόνισε ότι η γεωλογική αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα είναι επιστημονικά ώριμη, τεχνικά εφαρμόσιμη και απαραίτητη για την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας, στην Ευρώπη, σύμφωνα με τον Πανευρωπαϊκό Οργανισμό Γεωλογικών Υπηρεσιών. «Το σημερινό νομοσχέδιο στοχεύει κυρίαρχα στη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος της ελληνικής βιομηχανίας, ιδιαίτερα των πιο ρυπογόνων κλάδων, που αποτελούν το 85% των συνολικών εκπομπών στη χώρα μας. Σε μια περίοδο που οδηγούμαστε σε κατάργηση των δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών, η απανθρακοποίηση της ελληνικής βιομηχανίας θα πρέπει να γίνει με τρόπο που δεν θα πληγεί θανάσιμα η ανταγωνιστικότητά της. Ο συγκεκριμένος στρατηγικός στόχος είναι το μεγάλο στοίχημα των επόμενων χρόνων, ώστε να μην πληγεί ο παραγωγικός ιστός της χώρας μας και ιδιαίτερα ένας τομέας που παράγει περί το 15% του ΑΕΠ της χώρας και απασχολεί περί τους 140.000 εργαζόμενους. Νομίζω ότι έχουμε μπροστά μας μια πραγματική ευκαιρία για το πράσινο και βιώσιμο μετασχηματισμό της δραστηριότητάς τους που συνοδεύεται από την ωφέλιμη συνειδητοποίηση, και από τη μεριά της βιομηχανίας μας, ότι άλλος δρόμος δεν υπάρχει», είπε η κ. Σούκουλη-Βιλιάλη.
O εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Φραγκίσκος Παρασύρης είπε ότι η δέσμευση άνθρακα είναι μια τεχνολογία αιχμής και θα πρέπει να εισαχθεί στην Ελλάδα με τρόπο συστηματικό, διαφανή και επιστημονικά τεκμηριωμένο. «Είναι κρίσιμο εργαλείο για τη μετάβαση στη βιομηχανία μηδενικών εκπομπών αρκεί να μη μετατραπεί σε εργαλείο επίπλαστης πράσινης συμμόρφωσης. Η χώρα έχει τη δυνατότητα και πρέπει να δημιουργήσει πρότυπο σύστημα δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης άνθρακα το οποίο όμως θα λειτουργεί με μετρήσιμα αποτελέσματα, θα συνδέει την τεχνολογία με τη διαφάνεια, θα δημιουργεί σοβαρά και μακροχρόνια αποτελέσματα για τις τοπικές κοινωνίες και θα διασφαλίζει τη δημόσια εμπιστοσύνη μέσα από ανεξάρτητους ελέγχους. Γι΄αυτό το πλαίσιο για τον άνθρακα θα έπρεπε να ακολουθήσει στάδια ωρίμανσης τα οποία δεν αποτυπώνονται επαρκώς στο νομοσχέδιο. Υπάρχει μια τεράστια βιασύνη και ένας αιφνιδιασμός σε ένα μείζον θέμα, από πλευράς τεχνικών και περιβαλλοντικών προδιαγραφών, και ένα μεταβατικό κενό για τα ελάχιστα πρότυπα ασφαλείας, το οποίο δημιουργεί εύλογους δισταγμούς σε όλους», είπε ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ και σημείωσε ότι βασικό σημείο διαφοροποίησης του κόμματός του είναι ο ρόλος των τοπικών κοινωνιών που επιβαρύνονται με τη λειτουργία τέτοιων έργων. «Οι τοπικές κοινωνίες θα φέρουν το περιβαλλοντικό, το κοινωνικό ρίσκο των έργων αποθήκευσης και θα έπρεπε να έχουν ουσιαστικό ρόλο στη διαδικσία διαβούλευσης, εκπροσώπηση σε επιτροπές παρακολούθησης και σαφή ανταποδοτικά ωφέλη συνδεδεμένα με την πραγματική αξία της αποθηκευόμενης ποσότητας», είπε ο κ. Παρασύρης. Κατά τη διάρκεια της παρέμβασής του, ο κ. Παρασύρης κάλεσε την κυβέρνηση να αποσαφηνίσει τι σχεδιάζει για την εισαγωγή νέων επενδυτών στη μετοχική σύνθεση του ΑΔΜΗΕ.
Ο ειδικός αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ Μιλτιάδης Ζαμπάρας σχολίασε ότι η πορεία της κυβέρνησης στα ενεργειακά χαρακτηρίζεται από διαρκείς μετατοπίσεις χωρίς ολοκληρωμένο στρατηγικό σχεδιασμό και master plan και ότι ότι η πολιτική της καθοδηγείται από εξωτερικές πιέσεις και όχι από μια εθνική στρατηγική. Έτσι και εν προκειμένω, αντί για μέτρα ουσιαστικής απανθρακοποίησης, η κυβέρνηση φέρνει σύστημα CCS, είπε ο ειδικός αγορητής του ΣΥΡΙΖΑ και πρόσθεσε ότι το υπουργείο μεταφέρει κρίσιμες ρυθμίσεις σε υπουργικές αποφάσεις, αν και θα έπρεπε να ρυθμίζονται και να δευκρινίζονται στο νομοσχέδιο. «Υπάρχει συνεπώς πλήρης ασάφεια για το πλαίσιο και το σημαντικό επίδικο αφορά στους κινδύνους και στις τεχνικές αβεβαιότητες του CCS που αποτελεί μια τεχνολογία η οποία είναι υπό εξέλιξη και έχει σοβαρές τεχνικές ασάφειες», είπε ο κ. Ζαμπάρας. Ο βουλευτής κατά τη διάρκεια της παρέμβασής του, επανάφερε το ζήτημα της πιθανής χειραγώγησης στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και υπογράμμισε την ανάγκη ενισχυμένης εποπτείας. Επανήλθε επίσης στο ζήτημα της ενεργειακής φτώχειας, ως αποτέλεσμα της ενεργειακής πολιτικής που ακολουθεί η κυβέρνηση.
Η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ Αφροδίτη Κτενά υπογράμμισε ότι η πράσινη μετάβαση έχει καταστροφικά αποτελέσματα για το περιβάλλον, τους εργαζόμενους και τα νοικοκυριά αλλά έχει χαμηλά κόστη και κέρδη για τους επιχειρηματικούς ομίλους και τα μονοπώλια. «Πραγματικός στόχος του πλαισίου που εισάγει η κυβέρνηση είναι η δημιουργία νέων πεδίων κερδοφορίας για λιμνάζονται κεφάλαια, με όχημα την καταστροφική πράσινη μετάβαση και η στήριξη της κερδοφορίας ρυπογόνων βιομηχανιών, διυλιστήρια, χαλυβουργίες, τσιμετοντοβιομηχανίες», είπε η κ. Κτενά και σημείωσε ότι το νομοσχέδιο επιδοτεί τους φορείς εκμετάλλευσης δικτύων μεταφοράς και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα και ταυτόχρονα ενισχύει με κρατικό χρήμα και τους παραγωγούς του διοξειδίου του άνθρακα και μάλιστα υπό τη μορφή συμβολαίων ώστε να κερδίζουν και από τη διαφορά των τιμών του άνθρακα. Όλα αυτά, όπως σημείωσε, ενώ οι κίνδυνοι για το περιβάλλον, την ποιότητα ζωής των περιοχών που θα επιβαρυνθούν από αυτή την τεχνολογία, είναι τεράστιοι και δεν υπάρχει σχεδιασμός και ενημέρωση του πληθυσμού για τον κίνδυνο μεγάλων ατυχημάτων.
Η ειδική αγορήτρια της Νέας Αριστεράς Πέτη Πέρκα σχολίασε ότι έχει καταρρεύσει πλήρως το αφήγημα της «πιο πράσινης κυβέρνησης», που φιλοτεχνούνταν και αποδεικνύεται ότι δεν ήταν το σχέδιο η απολιγνιτοποίηση αλλά η αντικατάσταση των λιγνιτικών μονάδων από μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα από ιδιώτες. «Η εφαρμογή της τεχνολογίας που θα αναλάβει το έργο της αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα στην Ελλάδα, από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, θα οδηγήσει στην περαιτέρω ενίσχυση των υποδομών για τη χρήση του ορυκτού αερίου. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για να μην μειώνονται οι εκπομπές και γίνεται πράσινο... ξέπλυμα της συνέχισης της χρήσης ορυκτών καυσίμων. Δεν αποκλείεται επίσης να πριμοδοτείται η έγχυση διοξειδίου του άνθρακα για την ενισχυμένη εξόρυξη υδρογονανθράκων, μέσω των πιλοτικών έργων που προωθείτε», είπε η βουλευτής.
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης Βασίλης Γραμμένος είπε ότι το κόμμα του θέλει δίκαιη μετάβαση που ο ρυπαίνων θα πληρώνει και όχι να επιδοτείται ο ρυπαίνων από το κράτος. «Με το νομοσχέδιο δεσμεύεται το κράτος να καλύπτει τη διαφορά του κόστους απόθηκευση του διοξειδίου του άνθρακα και μιλάμε για 100 εκατομμύρια ευρώ. Ποιος θα τα πληρώσει όλα αυτά; Ποιος θα πληρώσει το κόστος; Οι εταιρείες; Όχι. Οι ρυπαντές; Όχι. Το κράτος θα τα πληρώσει όλα αυτά. Ο Έλληνας πολίτης, ο μικρομεσαίος, ο αγρότης, ο μελισσοκόμος, οι εργαζόμενοι, οι αλιείες, όλοι αυτοί που πληρώνουν πανάκριβο το ρεύμα και το πετρέλαιο», είπε ο βουλευτής της Ελληνικής Λύσης και τόνισε ότι αυτή δεν είναι μια πολιτική ενέργειας αλλά μια πολιτική εξυπηρετήσεων και επιδότησης των ρυπαντών.
Ο ειδικός αγορητής της «Νίκης» Σπύρος Τσιρώνης είπε ότι δεν υπάρχει πραγματική εναρμόνιση με την Οδηγία για το διοξείδιο του άνθρακα. «Ενώ η Oδηγία 2009/31/ΕΚ ορίζει ξεκάθαρα ότι η ροή ουσιών διοξειδίου του άνθρακα σαφώς εμφανίζει τα χαρακτηριστικά αποβλήτου, παρά κάποιου προϊόντος της αγοράς, στο άρθρο 2 του νομοσχεδίου χαρακτηρίζεται ως προϊόν. Eπίσης, ενώ δεν προβλέπεται στην ίδια Οδηγία, το νομοσχέδιο στα άρθρα 35 και 36 δεν απαγορεύει την έγχυση διοξειδίου του άνθρακα για την ενισχυμένη εξόρυξη υδρογονανθράκων», είπε ο βουλευτής.
«Η επιλογή που έχουμε μπροστά μας είναι σαφής, θα υιοθετήσουμε ένα πρόχειρο μοντέλο που εμπορευματοποιεί τη ρύπανση και μεταβιβάζει το ρίσκο στις επόμενες γενιές ή θα επιμείνουμε σε μια δίκαιη ασφαλή και πράσινη μετάβαση, όπου ο ρυπαίνων θα πληρώνει και οι προστατευόμενες περιοχές θα παραμείνουν απαραβίαστες», είπε ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας Τζώρτζια Κεφαλά.





