Αναμένεται η νέα ρυθμιστική απόφαση της ΡΑΑΕΥ του νέου πλαισίου που θα ανοίξει τον δρόμο για την κατηγορία των ευέλικτων «κόκκινων» τιμολογίων και θα επιτρέψει στους προμηθευτές να διαθέσουν στην αγορά προϊόντα σταθερής χρέωσης για καθορισμένη διάρκεια σύμβασης, τα οποία δεν θα συνδέονται με τις διακυμάνσεις της χονδρικής. Έτσι, δημιουργείται χώρος για μια νέα κατηγορία ευέλικτων τιμολογίων, ενώ η ενίσχυση του «μπλε» και η κόπωση του «πράσινου» δείχνουν ότι το έδαφος για την αλλαγή έχει ήδη αρχίσει να προετοιμάζεται.
Είναι χαρακτηριστική η στροφή των καταναλωτών στην ασφάλεια των σταθερών τιμολογίων, τάση που ανεβαίνει μήνα με τον μήνα. Ωστόσο στα πράσινα τιμολόγια παραμένουν περισσότερα από έξι στα δέκα νοικοκυριά. Σύμφωνα με την έκθεση της ΡΑΑΕΥ που καταγράφει τον αριθμό των παροχών στις κατηγορίες των προϊόντων τα μπλε κερδίζουν σταθερά έδαφος ενώ οριακή είναι μετατόπιση από τα κυμαινόμενα κίτρινα. Ετσι, μέσα στο 2025 καταγράφεται σταθερή ενίσχυση του μπλε – δηλαδή των σταθερών τιμολογίων, τα οποία κάθε μήνα ανεβαίνουν και από το 14,7% τον Ιανουάριο φτάνουν στο 23,4% τον Αύγουστο. Πρόκειται για μια σαφή στροφή των νοικοκυριών προς μεγαλύτερη προβλεψιμότητα στον λογαριασμό, ειδικά όσο μπαίνουμε στους καλοκαιρινούς μήνες όπου η κατανάλωση αυξάνεται.
Η άνοδος είναι συνεχής και ειδικότερα αποτυπώνεται ότι τον Φεβρουάριο το μερίδιο των σταθερών τιμολογίων φτάνει στο 16,69%, τον Μάρτιο ξεπερνά για πρώτη φορά το 18%, τον Απρίλιο προσεγγίζει το 19,12%, ενώ από τον Μάιο και μετά διαμορφώνεται πάνω από το όριο του 20% και συνεχίζει να αυξάνεται έως τον Αύγουστο.
Σε απόλυτους αριθμούς, οι σταθεροί μετρητές αυξάνονται κατά περίπου 514.000 μέσα σε οκτώ μήνες – από 867.161 τον Ιανουάριο σε 1.381.083 τον Αύγουστο. Η αύξηση αυτή δείχνει ότι τα νοικοκυριά αρχίζουν να επιλέγουν περισσότερο συμβάσεις με κλειδωμένη χρέωση, ως αντίβαρο στις διακυμάνσεις της αγοράς.
Την ίδια στιγμή, τα ειδικά “πράσινα” τιμολόγια παραμένουν κυρίαρχα, με μερίδιο άνω του 60% σε όλη τη διάρκεια του έτους – από 70,26% τον Ιανουάριο έως 62,37% τον Αύγουστο. Άρα περισσότεροι από έξι στους δέκα καταναλωτές διατηρούν την προτίμησή τους σε αυτό το καθεστώς, αν και η κάμψη τους είναι σταθερή:
- Φεβρουάριος: 68,99%
- Μάιος: 66,05%
- Ιούλιος: 63,39%
Τα κυμαινόμενα (κίτρινα) τιμολόγια παραμένουν πιο ουδέτερα, με μερίδιο κοντά στο 14% καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, αποτελώντας μια ενδιάμεση αλλά σαφώς δευτερεύουσα επιλογή.
Με βάση τα στοιχεία της έκθεσης στη Χαμηλή Τάση με το σύνολο των μετρητών να ανέρχεται σε 7.658.440, η εικόνα παραμένει αμετάβλητη στη Χαμηλή Τάση με τη ΔΕΗ Α.Ε. να εκπροσωπεί 5.463.838 μετρητές με το αντίστοιχο μερίδιο αγοράς της να ανέρχεται σε 71,34%.
Επιπρόσθετα, καθώς η χαμηλή τάση αποτελεί το μεγαλύτερο κομμάτι της λιανικής αγοράς ενέργειας, ως προς το πλήθος μετρητών, αποτυπώνεται περαιτέρω διάκριση των πελατών στις εξής κατηγορίες:
- Οικιακοί : 5.451.801
- Οικιακοί δικαιούχοι Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου (ΚΟΤ) : 531.837
- Εμπορικοί και Βιομηχανικοί : 1.324.700
- Λοιποί : 350.102
Με βάση τα στοιχεία της έκθεσης, ο συνολικός αριθμός ενεργών μετρητών στη λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (Χαμηλή, Μέση και Υψηλή Τάση) ανέρχεται σε 7.677.673, επιβεβαιώνοντας ότι η Χαμηλή Τάση – με 7.658.440 παροχές – αποτελεί σχεδόν το σύνολο της αγοράς.
Την ίδια ώρα, 109.342 μετρητές βρίσκονται σε καθεστώς Καθολικής Υπηρεσίας (ΠΚΥ), δηλαδή στο «καταφύγιο» για τους πελάτες που δεν έχουν σύμβαση ή αδυνατούν να βρουν προμηθευτή στην αγορά. Από αυτούς, το 84% (σ.σ. συνολικά 92.680 παροχές) εκπροσωπούνται από τη ΔΕΗ, ενώ οι υπόλοιπες παροχές κατανέμονται σε METLEN, ELPEDISON, ΗΡΩΝ και NRG, τους πέντε προμηθευτές που έχουν οριστεί ως πάροχοι του μηχανισμού ΠΚΥ.






