Η ετήσια έκθεση World Energy Outlook 2025 του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, περιγράφει μια σαφή μετατόπιση προς ένα μοντέλο κατανάλωσης όπου όλο και περισσότερο ενεργειακό φορτίο περνά στο ηλεκτρικό σύστημα.
Όπως αναφέρει η έκθεση στην Ευρώπη η ζήτηση ηλεκτρισμού κινείται ανοδικά λόγω της ηλεκτροκίνησης, της στροφής σε αντλίες θερμότητας και της αύξησης των φορτίων από την ψηφιοποίηση, σε μια συγκυρία όπου τα δίκτυα καλούνται να υποστηρίξουν πιο σύνθετα και εντατικά προφίλ κατανάλωσης. Οι επενδύσεις στα ευρωπαϊκά δίκτυα έχουν αυξηθεί περίπου κατά 60% την τελευταία δεκαετία και φτάνουν σχεδόν τα 70 δισ. δολάρια ετησίως, ενώ στο βασικό σενάριο του ΙΕΑ προβλέπεται να σχεδόν διπλασιαστούν έως το 2035 ώστε να υποδεχθούν τον αυξανόμενο όγκο ΑΠΕ και τα νέα ηλεκτρικά φορτία . Η ταχεία ανάπτυξη φωτοβολταϊκών και αιολικών μεταβάλλει τη δομή της αγοράς, με την Ευρώπη να στηρίζεται ολοένα περισσότερο σε ένα σύστημα υψηλού κεφαλαιουχικού κόστους, ενισχυμένο από τις ανάγκες για αποθήκευση και ευελιξία. Την ίδια στιγμή, οι τιμές ηλεκτρισμού επηρεάζονται τόσο από το κόστος άνθρακα, που αυξάνει το κόστος των ορυκτών μονάδων, όσο και από τη συμφόρηση στα δίκτυα, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη χρήση ακριβότερων μονάδων και σε περιορισμό της αξιοποίησης ΑΠΕ. Ο ΙΕΑ σημειώνει ότι η ενίσχυση των διασυνδέσεων και η έγκαιρη αναβάθμιση των δικτύων αποτελούν κρίσιμο παράγοντα για τη σταθερότητα των τιμών, καθώς καθυστερήσεις μπορούν να δημιουργήσουν μόνιμες πιέσεις μέσω ακριβής παραγωγής και μειωμένου ανταγωνισμού.
Στο βασικό σενάριο της έκθεσης η παγκόσμια οικιακή κατανάλωση ρεύματος αυξάνεται κατά 25% έως το 2035 και 60% έως το 2050. Ο ΙΕΑ αποδίδει αυτή την εξέλιξη στην ευρεία χρήση ενεργοβόρων συσκευών, την άνοδο της ψύξης λόγω υψηλότερων θερμοκρασιών, αλλά και στη ραγδαία εξάπλωση των ηλεκτρικών οχημάτων και των ηλεκτρικών συστημάτων θέρμανσης. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά «καθώς οι νέες εφαρμογές ηλεκτρισμού αντικαθιστούν φυσικό αέριο και πετρέλαιο, η ζήτηση μεταφέρεται ολοένα και περισσότερο στο ηλεκτρικό σύστημα».
Στις ανεπτυγμένες οικονομίες η κατανάλωση, που είχε παρουσιάσει στασιμότητα την προηγούμενη δεκαετία, εμφανίζει πλέον ανοδική πορεία. Ο ΙΕΑ εκτιμά ότι έως το 2035 θα αυξηθεί κατά 15% και έως το 2050 κατά 35%. Η έκθεση επισημαίνει ότι η ηλεκτροκίνηση αποτελεί τον κύριο παράγοντα αυτής της ανόδου, ενώ η εξοικονόμηση ενέργειας από αποδοτικότερες συσκευές απλώς μετριάζει την αύξηση χωρίς να την αντιστρέφει.
Ακόμη πιο έντονη είναι η εικόνα στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες εκτός Κίνας. Εκεί η οικιακή ζήτηση ρεύματος προβλέπεται να αυξηθεί κατά 30% έως το 2035 και σχεδόν 90% έως το 2050, κυρίως λόγω της ταχύτατης διείσδυσης κλιματιστικών. Όπως σημειώνει ο ΙΕΑ «τα υψηλότερα εισοδήματα και οι υψηλότερες θερμοκρασίες αυξάνουν σημαντικά την ανάγκη για ψύξη χώρων». Στην Κίνα η μεγάλη αλλαγή προέρχεται από την οικιακή φόρτιση των ηλεκτρικών οχημάτων, η οποία αναμένεται να γίνει μαζικό φαινόμενο.
Η αύξηση της ζήτησης διαμορφώνει μια νέα πραγματικότητα για το κόστος του ηλεκτρισμού. Τα δίκτυα χρειάζονται εκτεταμένες επενδύσεις για να ενσωματώσουν νέες ΑΠΕ, να υποδεχθούν τα νέα φορτία και να ενισχύσουν την ανθεκτικότητά τους. Παράλληλα αυξάνεται η εγκατεστημένη ισχύς από ανανεώσιμες πηγές, αλλά και από νέες μονάδες φυσικού αερίου και άνθρακα που λειτουργούν συμπληρωματικά για λόγους ασφάλειας. Η ανάπτυξη συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας ενισχύει τη μετατροπή του ηλεκτρικού συστήματος σε ένα μοντέλο υψηλού κεφαλαιουχικού κόστους.
Σύμφωνα με τον ΙΕΑ, οι τιμές δεν ανεβαίνουν αυτόματα λόγω των επενδύσεων, όμως ο τρόπος χρηματοδότησης και ο ρυθμός υλοποίησης παίζουν καθοριστικό ρόλο. Στους παράγοντες που ασκούν ανοδικές πιέσεις ανήκουν το κόστος άνθρακα, οι αυξημένες τιμές εξοπλισμού και υλικών, αλλά και ο σχεδιασμός των αγορών. Στην έκθεση αναφέρεται ότι όταν μονάδες φυσικού αερίου συνεχίζουν να καθορίζουν την οριακή τιμή «τα υπόλοιπα εργοστάσια ενδέχεται να απολαμβάνουν υψηλότερα έσοδα», κάτι που μπορεί να επηρεάσει την προσιτότητα σε περιόδους ακριβού καυσίμου.
Υπάρχουν όμως και στοιχεία που συμβάλλουν στη σταθεροποίηση των τιμών. Η αναμενόμενη πτώση των διεθνών τιμών φυσικού αερίου την επόμενη δεκαετία, η μεγαλύτερη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας και η μειωμένη εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα περιορίζουν τη μεταβλητότητα. Επιπλέον, η αύξηση της ζήτησης επιτρέπει τη διασπορά του πάγιου κόστους των δικτύων σε μεγαλύτερο όγκο κατανάλωσης, κάτι που μπορεί να μειώσει το κόστος ανά MWh.
Ο ΙΕΑ προειδοποιεί και για τον ρόλο της κλιματικής αλλαγής, η οποία μπορεί να πιέσει τις τιμές μέσω αυξημένης ζήτησης για ψύξη, μειωμένης διαθεσιμότητας θερμικών και υδροηλεκτρικών μονάδων και αυξημένης συμφόρησης στα δίκτυα. Στο πιο άμεσο επίπεδο «οι λογαριασμοί ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπεται να αυξηθούν στις περισσότερες περιοχές», με την έκθεση να τονίζει ότι η άνοδος είναι περιορισμένη στις ανεπτυγμένες οικονομίες αλλά σημαντικά μεγαλύτερη στις αναδυόμενες.
Ενώ εξηγεί ότι η σταθερότητα των τιμών τα επόμενα χρόνια θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την έγκαιρη αναβάθμιση των δικτύων, καθώς οι καθυστερήσεις μπορούν να δημιουργήσουν μόνιμες πιέσεις μέσω συμφόρησης, ακριβής παραγωγής και μειωμένου ανταγωνισμού.






