Η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ιταλία, η Κύπρος , η Ουγγαρία, η Μάλτα, η Πολωνία και η Πορτογαλία έλαβαν από την Κομισιόν αιτιολογημένη γνώμη για τη μη πλήρη μεταφορά των διατάξεων της σχετικής τροποποιητικής οδηγίας (2023/2413). Πρόκειται για την οδηγία RED III, που είναι το επικαιροποιημένο πλαίσιο για την επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στο πλαίσιο αυτό περιλαμβάνει αναθεωρημένους και δεσμευτικούς στόχους για τις ΑΠΕ. Συγκεκριμένα καθιερώνεται νομικά δεσμευτικός στόχος για το σύνολο της ΕΕ, ώστε το μερίδιο της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές να ανέλθει τουλάχιστον στο 42,5% της ακαθάριστης τελικής κατανάλωσης ενέργειας έως το 2030. Η οδηγία θέτει επίσης έναν πρόσθετο, φιλόδοξο αλλά ενδεικτικό στόχο για προσέγγιση του 45%.
Τα κράτη μέλη οφείλουν να αναθεωρήσουν τα Εθνικά Σχέδια για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) ώστε να ευθυγραμμιστούν με αυτούς τους νέους, υψηλότερους στόχους.
Η αιτιολογημένη γνώμη που έλαβε το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας είναι το πρώτο βήμα στη διαδικασία για την παραπομπή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ η Ελλάδα θα έπρεπε να έχει ενσωματώσει την οδηγία στο εθνικό δίκαιο ως τις 21 Μαΐου 2025.
Σε ότι αφορά την επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης, εισάγονται δεσμευτικές προθεσμίες αδειοδότησης των έργων, όπως:
α) Ανώτατα χρονικά όρια για την έκδοση όλων των αδειών. Για παράδειγμα δυο έτη για νέα έργα σε «ζώνες επιτάχυνσης ΑΠΕ, τρία έτη για νέα έργα εκτός αυτών των ζωνών και ένα έτος για την ανανέωση (repowering) υφιστάμενων εγκαταστάσεων.
β) Ζώνες Επιτάχυνσης ΑΠΕ (Renewables Acceleration Areas): Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να καθορίσουν συγκεκριμένες περιοχές, κατάλληλες για την ταχεία ανάπτυξη συγκεκριμένων τεχνολογιών (π.χ., αιολική ή ηλιακή ενέργεια), όπου οι διαδικασίες θα είναι ταχύτερες και οι περιβαλλοντικές εκτιμήσεις απλουστευμένες.
γ) Τεκμήριο Υπέρ του Δημοσίου Συμφέροντος: Τα έργα ΑΠΕ και οι σχετικές υποδομές αποθήκευσης και δικτύων θεωρούνται πλέον υπέρτατου δημοσίου συμφέροντος. Αυτό επιτρέπει να υπερισχύουν έναντι ορισμένων περιβαλλοντικών ανησυχιών κατά την εξισορρόπηση των έννομων συμφερόντων (εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις).
Για τα έργα αντικατάστασης υφιστάμενων σταθμών ΑΠΕ με νεότερες και πιο αποδοτικές μονάδες, η οδηγία προβλέπει σημαντική απλούστευση των διαδικασιών. Σε πολλές περιπτώσεις, τα έργα αυτά δεν θα απαιτούν πλήρη περιβαλλοντική εκτίμηση, αρκεί να μην επιβαρύνουν περισσότερο την περιοχή σε σχέση με την αρχική εγκατάσταση. Το ανώτατο όριο για την αδειοδότηση περιορίζεται στους 12 μήνες. Ιδιαίτερα ευνοϊκό είναι το πλαίσιο για μικρές εγκαταστάσεις ΑΠΕ πάνω σε τεχνητές επιφάνειες – όπως στέγες ή χώρους στάθμευσης. Για φωτοβολταϊκά έως 50 kW, η μέγιστη προθεσμία αδειοδότησης μειώνεται στους τρεις μήνες, ενώ εισάγεται και η αρχή της σιωπηρής συναίνεσης, ώστε η αδειοδότηση να προχωρά αυτομάτως εάν δεν υπάρξει έγκαιρη απάντηση. Αντίστοιχα, για τις αντλίες θερμότητας, που αποτελούν βασικό εργαλείο για την απανθρακοποίηση της θέρμανσης και ψύξης, θεσπίζονται ακόμη ταχύτερες διαδικασίες και ειδικότερα έως έναν μήνα για μικρά συστήματα κάτω των 50 MW και έως τρεις μήνες για μεγαλύτερες εγκαταστάσεις.
Μεταξύ άλλων προβλέπονται υποχρεώσεις και για τη βιομηχανία σύμφωνα με τις οποίες τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίσουν μια ετήσια αύξηση της χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας στη βιομηχανία κατά τουλάχιστον 1,6%. Επιπλέον, εισάγονται δεσμευτικοί στόχοι για τα ανανεώσιμα καύσιμα μη βιολογικής προέλευσης (RFNBOs), όπως το πράσινο υδρογόνο, τα οποία πρέπει να καλύπτουν το 42% του υδρογόνου που χρησιμοποιείται στην ευρωπαϊκή βιομηχανία μέχρι το 2030.
Σε ό,τι αφορά τις μεταφορές η οδηγία δίνει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ δύο στόχων, είτε μείωση της έντασης αερίων του θερμοκηπίου κατά 14,5% στον τομέα των μεταφορών μέσω της χρήσης ΑΠΕ, είτε επίτευξη μεριδίου ΑΠΕ 29% στην τελική κατανάλωση ενέργειας των μεταφορών. Αναφορικά με τη θέρμανση και την ψύξη θεσπίζεται ένας ενδεικτικός στόχος για την αύξηση του μεριδίου των ΑΠΕ στον τομέα της θέρμανσης και ψύξης κατά 1,1 ποσοστιαία μονάδα ετησίως κατά μέσο όρο.






