Στο μικροσκόπιο του ΥΠΕΘΟ οι «πράσινοι φόροι»

Στο μικροσκόπιο του ΥΠΕΘΟ οι «πράσινοι φόροι»
Δευτέρα, 15/09/2025 - 07:54

Στο μικροσκόπιο μπαίνουν οι λεγόμενοι «πράσινοι φόροι», με το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας να σχεδιάζει την επανεξέτασή τους, προκειμένου να εκτιμηθεί πώς μπορούν να γίνουν πιο στοχευμένοι και αποτελεσματικοί στην υποστήριξη της πράσινης μετάβασης

Το ζητούμενο είναι αφενός η ενίσχυση δράσεων με πραγματικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και αφετέρου η διαμόρφωση μιας πιο δίκαιης κατανομής του βάρους, καθώς οι υφιστάμενοι φόροι συχνά λειτουργούν ασφυκτικά για τις μικρές επιχειρήσεις. Παράλληλα, στο τραπέζι βρίσκεται και η παροχή κινήτρων για την υιοθέτηση περιβαλλοντικά υπεύθυνων πρακτικών, ώστε η πράσινη πολιτική να στηρίζεται όχι μόνο σε φορολογικές επιβαρύνσεις αλλά και σε θετικά μέτρα.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα συνολικά έσοδα από περιβαλλοντικούς φόρους ανήλθαν το 2023 σε 9,257 δισ. ευρώ, καταγράφοντας μείωση 24,4% σε σχέση με το 2022. Από αυτά, οι επιχειρήσεις κατέβαλαν 6,18 δισ. ευρώ, ενώ τα νοικοκυριά και οι μη μόνιμοι κάτοικοι 3,07 δισ. ευρώ. Οι ενεργειακοί φόροι αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα (7,55 δισ. ευρώ), αναδεικνύοντας το βάρος που φέρουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε μια περίοδο υψηλού κόστους ενέργειας.

Το ζήτημα αποκτά ιδιαίτερο βάρος, καθώς –σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε πρόσφατα το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, στο πλαίσιο της ετήσιας έκθεσης– η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες με τα υψηλότερα έσοδα από περιβαλλοντικούς φόρους στην ΕΕ, αλλά παραμένει ουραγός στις πράσινες επενδύσεις. Το αποτέλεσμα δημιουργεί ένα παράδοξο με την υψηλή περιβαλλοντική φορολόγηση από τη μια, περιορισμένη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από την άλλη, γεγονός που καθιστά την προσαρμογή τους στην πράσινη μετάβαση δυσανάλογα δύσκολη.

Όπως αναφέρεται εκκινώντας από τα έσοδα από περιβαλλοντικούς φόρους, η Ελλάδα διατηρεί σταθερά υψηλά ποσοστά τόσο ως ποσοστό του ΑΕΠ όσο και ως ποσοστό των συνολικών φορολογικών εσόδων, κατατάσσοντάς την μεταξύ των κορυφαίων χωρών της ΕΕ. Το 2023, τα έσοδα από περιβαλλοντικούς φόρους αντιστοιχούσαν στο 10,1% των συνολικών φόρων και στο 4,1% του ΑΕΠ, σχεδόν τα διπλάσια από τον μέσο όρο της ΕΕ (5% και 2% αντίστοιχα). Το 2022 αποτέλεσε χρονιά-ορόσημο, με τα έσοδα να φτάνουν στο 13% των συνολικών φόρων και στο 5,6% του ΑΕΠ, καθώς η εκτίναξη των διεθνών τιμών καυσίμων εκτόξευσε αυτόματα τα φορολογικά έσοδα. Σε αντίθεση με πολλές χώρες της ΕΕ που προχώρησαν σε προσωρινές μειώσεις φόρων για να στηρίξουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις, η Ελλάδα διατήρησε αμετάβλητη τη φορολογία στα καύσιμα επιλέγοντας να προχωρήσει σε επιδοτήσεις καυσίμων. Έτσι, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης παραμένει σήμερα στα 0,70 ευρώ/λίτρο για τη βενζίνη και στα 0,41 ευρώ/λίτρο για το πετρέλαιο κίνησης, με τον ΦΠΑ 24% να επιβαρύνει περαιτέρω την τελική τιμή.

Παρά τα υψηλά έσοδα, οι επενδύσεις που κατευθύνονται στην πράσινη μετάβαση είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ. Σύμφωνα με την Eurostat, το 2023 οι σχετικές επενδύσεις αντιστοιχούσαν μόλις στο 0,17% του ΑΕΠ, έναντι 0,55% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Με αυτά τα δεδομένα και σε αυτό το περιβάλλον ήδη από τα τέλη του περασμένου χρόνου στο Υπουργείο Οικονομικών συστάθηκε ειδική ομάδα εργασίας με βασικό έργο να καταγράψει τους πράσινους φόρους και τα περιβαλλοντικά τέλη που εφαρμόζονται σήμερα στην Ελλάδα και να προχωρήσει στην ανάλυση της κατάστασης προκειμένου να εντοπιστούν οι συγκεκριμένες βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες ανάγκες και να σχεδιαστεί μια επαρκής, αποτελεσματική και αποδοτική πράσινη φορολογική μεταρρύθμιση.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο όποιος σχεδιασμός και επαναξιολόγηση θα έχει ως οδηγό τις αποφάσεις που θα ληφθούν για την πράσινη φορολογία, θα είναι οι κεντρικές κατευθύνσεις της ΕΕ για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης με πολιτικές που συνδυάζουν οικονομική βιωσιμότητα, περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα και κοινωνική δικαιοσύνη.