Γιάννης Τριήρης: Η λανθασμένη «εκτίμηση» και η βολική «πραγματικότητα»

Γιάννης Τριήρης: Η λανθασμένη «εκτίμηση» και η βολική «πραγματικότητα»
Δευτέρα, 01/12/2025 - 08:22

Οι δημοσκόποι ισχυρίζονται πως η πρακτική της «εκτίμησης ψήφου» είναι θεμιτή και παραδεκτή στη διενέργεια ερευνών για την δύναμη των κομμάτων.

Το ζητούμενο είναι, όμως, αν είναι πραγματικά αντικειμενική και αν σε κάθε περίπτωση αντικατοπτρίζει την πραγματική εικόνα της κομματικής επιλογής των συμμετεχόντων στις δημοσκοπήσεις τη συγκεκριμένη στιγμή που διενεργούνται.

Άλλωστε οι ίδιοι οι δημοσκόπου δηλώνουν –προφανώς και για να καλύψουν τα νώτα τους σε περίπτωση αποτυχίας των προβλέψεων τους– πως οι δημοσκοπήσεις αποτελούν μια «φωτογραφία της στιγμής» για τις προθέσεις των ψηφοφόρων.

Αν είναι έτσι λοιπόν τότε γιατί δεν παραμένουν μόνο στην «πρόθεση ψήφου» και συμπληρώνουν τις έρευνες τους με την «εκτίμηση ψήφου»;

Αν οι ψηφοφόροι που ανήκουν στην λεγόμενη κατηγορία της «αδιευκρίνιστης ψήφου» αλλάξουν άποψη στη συνέχεια, ας το αφήσουν οι δημοσκόποι να το καταγράψουν τότε ως μια άλλη «φωτογραφία της στιγμής».

Αλλά αυτό, ειδικότερα στην χώρα μας, δεν συμβαίνει και οι λόγοι είναι τόσο προφανείς ώστε δεν χρειάζεται καν να τους αναφέρουμε.

Οι δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα, φαίνεται ότι δεν αποτελούν μόνο ένα εργαλείο μέτρησης των προθέσεων των ψηφοφόρων, αλλά ενίοτε χρησιμοποιούνται ως πολιτικό επικοινωνιακό εργαλείο και αυτό οι πολίτες το γνωρίζουν πολύ καλά.

Άλλωστε και οι ίδιοι οι δημοσκόποι - αν και όχι δημοσίως- αναγνωρίζουν ότι τα «ευρήματα» των ερευνών τους δεν αποδίδουν πάντα τις προθέσεις των ψηφοφόρων, αφού υπάρχουν ερωτώμενοι-συμμετέχοντες στις δημοσκοπήσεις που δεν δίνουν ειλικρινείς απαντήσεις στις ερωτήσεις που τους τίθενται, απλά γιατί θεωρούν τις δημοσκοπήσεις αναξιόπιστες.

Ενδεχομένως ο αριθμός αυτών των ερωτώμενων να μην είναι ικανός να αλλάξει το αποτέλεσμα μιας δημοσκόπησης, αλλά το φαινόμενο είναι υπαρκτό.

Αυτό που αλλάζει το αποτέλεσμα, έστω και για επικοινωνιακούς λόγους, είναι η πρακτική της παρουσίασης της «εκτίμησης ψήφου» και αυτό είναι δεδομένο σε κάθε δημοσκόπηση.

Για παράδειγμα η δημοσκόπηση της Marc που παρουσιάστηκε χθες Κυριακή 30/11 στο «Πρώτο Θέμα» δείχνει τη Νέα Δημοκρατία στο 27% στην πρόθεση ψήφου, αλλά την ανεβάζει στο 31% στην εκτίμηση ψήφου. Μια αισθητά μεγάλη διαφορά, έστω και για «ψυχολογικούς λόγους» για την κυβερνώσα παράταξη. Το 27% είναι ένα ποσοστό μεγάλης φθοράς, ενώ το 31% δίνει ελπίδες ανάκαμψης, αφού βρίσκεται πάνω από το ποσοστό που έλαβε το κόμμα του Κυριάκου Μητσοτάκη στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση που αφορούσε τις ευρωεκλογές.

Οι κάθε λογής «εκτιμήσεις», σε κάθε περίπτωση, ευλόγως αμφισβητούνται από τους ίδιους τους πολίτες και ενδεχομένως αυτό θα έπρεπε να συνεκτιμηθεί από τους δημοσκόπους που θέλουν να διατηρήσουν την αντικειμενικότητα και την αξιοπιστία των μετρήσεων τους.

Όταν ένας πολίτης ερωτάται τι θα ψηφίσει απαντά αυτό που θέλει. Δεν χρειάζεται λοιπόν περαιτέρω «ανάλυση» της συγκεκριμένης δήλωσης του κάθε ερωτώμενου, έστω και αν η αιτιολογία - δικαιολογία των δημοσκόπων είναι ότι αυτό γίνεται στην προσπάθεια τους να σχηματίσουν μια εικόνα πιο κοντά στην «πραγματικότητα».

Άλλωστε υπάρχει και το πολιτικό απόφθεγμα πως «αν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί μαζί μας τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα».