Αυτό σημαίνει ότι το νησί μπαίνει στην τελική ευθεία για να πάψει οριστικά να ηλεκτροδοτείται από τις ακριβές και ρυπογόνες πετρελαϊκές μονάδες, γεγονός που θα μεταφραστεί σε σημαντικά οικονομικά οφέλη για όλους τους καταναλωτές μέσω της μείωσης των ΥΚΩ. Όπως έκανε γνωστό χθες ο ΑΔΜΗΕ, η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης–Αττικής εισήλθε σε συνεχή λειτουργία, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των δοκιμών του έργου. Πρόκειται για το τελευταίο στάδιο πριν από την εμπορική λειτουργία, που θα σημάνει και τον οριστικό τερματισμό της «ηλεκτρικής απομόνωσης» της Κρήτης.
Η ηλεκτρική διασύνδεση θα είναι σε συνεχή λειτουργία για τους επόμενους δύο μήνες μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των δοκιμών αποδοχής του συστήματος από τον ανάδοχο σε συνεργασία με την Αριάδνη Interonnection και τον ΑΔΜΗΕ. Είχε προηγηθεί το τελευταίο τρίμηνο η επιτυχής μεταφορά φορτίων ηλεκτρικής ενέργειας από και προς την Κρήτη σε διάφορα σενάρια λειτουργίας. Επίσης συντελέστηκαν δοκιμές της μέγιστης μεταφορικής ικανότητας κάθε πόλου, που επιβεβαίωσαν τη δυνατότητα της ηλεκτρικής διασύνδεσης για αμφίδρομη ροή ενέργειας, σε συνθήκες πραγματικής λειτουργίας.
Η ολοκλήρωση της διασύνδεσης δεν αφορά μόνο την ασφάλεια τροφοδοσίας της Κρήτης αλλά και όλους τους καταναλωτές στην Ελλάδα. Κι αυτό γιατί βάζει τέλος στην πανάκριβη ηλεκτροπαραγωγή από πετρέλαιο στο νησί, η οποία μέχρι σήμερα κάλυπτε τις ανάγκες των Κρητικών με σημαντικό κόστος που μεταφερόταν σε όλη τη χώρα μέσω των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ). Με την πλήρη ένταξη της Κρήτης στο ηπειρωτικό δίκτυο, οι χρεώσεις αυτές θα μειωθούν δραστικά, φέρνοντας ετήσια εξοικονόμηση εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στους λογαριασμούς ρεύματος.
Όπως έχει αναφέρει μάλιστα, στα τέλη Μαΐου, με αφορμή τη δοκιμαστική λειτουργία της μεγάλης διασύνδεσης Αττικής-Κρήτης ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου, η μη διασύνδεση των νησιών με την ηπειρωτική Ελλάδα κοστίζει κάθε χρόνο στους Έλληνες και στις Ελληνίδες 850 εκατ. ευρώ. Με την ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης και ηπειρωτικής χώρας, θα υπάρξει εξοικονόμηση κατά 300 εκατ. ευρώ ετησίως, ενώ το οικονομικό όφελος, συνδυαστικά με τη διασύνδεση Κρήτης-Πελοποννήσου, θα ανέλθει σε 550 εκατ. ευρώ το χρόνο. Η εξοικονόμηση αυτή καθιστά το έργο όχι μόνο ενεργειακά αλλά και οικονομικά κομβικό για τη χώρα. Πίσω όμως από τα οφέλη για τους καταναλωτές βρίσκεται ένα έργο-γίγας, με τεχνικά χαρακτηριστικά που το κατατάσσουν ανάμεσα στις πιο απαιτητικές ηλεκτρικές διασυνδέσεις διεθνώς.
Η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης–Αττικής είναι έργο ισχύος 1 GW, συνολικού προϋπολογισμού 1,1 δισ. ευρώ. Υλοποιήθηκε με την αιχμή της τεχνολογίας VSC στους Σταθμούς Μετατροπής, ενώ περιλαμβάνει ποντίσεις υποβρύχιων καλωδίων συνεχούς ρεύματος 500 kV σε βάθη που φτάνουν έως και τα 1.200 μέτρα, καθιστώντας το ένα από τα βαθύτερα έργα διασύνδεσης στον κόσμο.
Η κατασκευή του έργου ολοκληρώθηκε σε χρόνο-ρεκόρ, μέσα σε μόλις 4,5 χρόνια, όταν αντίστοιχα έργα ευρωπαϊκών διαχειριστών απαιτούν συνήθως πάνω από επτά έτη. Η υλοποίηση δεν ήταν χωρίς εμπόδια, καθώς συνέπεσε με την πανδημία και τις σοβαρές αναταράξεις στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα, γεγονός που καθιστά ακόμη πιο εντυπωσιακό το αποτέλεσμα.
Στα υποέργα του συμμετείχαν μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρείες διεθνώς στον χώρο της ενέργειας και των καλωδίων, όπως οι Siemens, ΤΕΡΝΑ, Nexans, Prysmian, NKT και Ελληνικά Καλώδια, αποτυπώνοντας τον πολυσύνθετο χαρακτήρα και την τεχνική δυσκολία της διασύνδεσης.
Η χρηματοδότηση του έργου έγινε με συγχρηματοδότηση από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα ΥΜΕΠΕΡΑΑ (ΕΣΠΑ 2014–2020), καθώς και από το πρόγραμμα «Περιβάλλον και Κλιματική Αλλαγή» του ΕΣΠΑ 2021–2027, με συνολική συμβολή ύψους 535,5 εκατ. ευρώ.