Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2025, οι περικοπές στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ ανήλθαν στο 10% της συνολικής παραγωγής του κλάδου, ποσοστό υπερδιπλάσιο σε σύγκριση με το αντίστοιχο σύνολο του 2024, που ήταν 3,5%. Ενώ οι περικοπές παραδοσιακά εντοπίζονται την άνοιξη και το φθινόπωρο, φέτος καταγράφηκαν αυξημένες περικοπές ήδη από τον Μάρτιο και τον Ιούνιο, γεγονός που αποδίδεται στη συνεχιζόμενη σύνδεση νέων έργων ΑΠΕ στο δίκτυο χωρίς παράλληλη ενίσχυση των απαιτούμενων υποδομών.
Τον Ιούνιο του 2025 η απορριφθείσα πράσινη ενέργεια έφτασε στο 12,5% της συνολικής παραγωγής του μήνα. Τον αντίστοιχο μήνα του 2024 οι περικοπές ήταν 2,5%.
Η αδυναμία του συστήματος να διαχειριστεί την αυξημένη παραγωγή σε περιόδους χαμηλής ζήτησης οδηγεί στην ανάγκη περικοπών για την αποφυγή προβλημάτων ευστάθειας.
Η αύξηση των περικοπών στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ έχει άμεσες και σημαντικές επιπτώσεις τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τις τράπεζες που χρηματοδοτούν τα έργα.
Για τους παραγωγούς ΑΠΕ, οι περικοπές σημαίνουν απώλεια εισοδήματος, καθώς μέρος της ενέργειας που παράγεται δεν απορροφάται από το σύστημα και συνεπώς δεν πληρώνεται. Αυτό δημιουργεί αβεβαιότητα ως προς την προβλεψιμότητα των εσόδων, δυσχεραίνει τον οικονομικό προγραμματισμό και επηρεάζει την αποδοτικότητα των επενδύσεων. Ειδικά για μικρού και μεσαίου μεγέθους παραγωγούς, οι οποίοι λειτουργούν με περιορισμένα περιθώρια κέρδους, οι συνεχείς περικοπές μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεών τους.
Για τις τράπεζες, το φαινόμενο αυξάνει τον επενδυτικό κίνδυνο που συνδέεται με τα έργα ΑΠΕ. Τα επιχειρηματικά σχέδια και οι προβλέψεις που χρησιμοποιήθηκαν για την έγκριση χρηματοδοτήσεων βασίστηκαν σε συγκεκριμένα επίπεδα απορρόφησης της παραγόμενης ενέργειας. Όταν αυτοί οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται λόγω περικοπών, οι αποπληρωμές δανείων ενδέχεται να καθυστερούν ή να τίθενται σε αμφισβήτηση. Αυτό μπορεί να οδηγήσει τις τράπεζες να επανεξετάσουν τους όρους χρηματοδότησης, να απαιτήσουν πρόσθετες εγγυήσεις ή να μειώσουν τη ροή κεφαλαίων προς νέα έργα.