Περιβαλλοντικά εγκλήματα: νέους κανόνες και νέες ποινές ενέκρινε το Κοινοβούλιο

Περιβαλλοντικά εγκλήματα: νέους κανόνες και νέες ποινές ενέκρινε το Κοινοβούλιο
Τρίτη, 27/02/2024 - 15:16
  • Στα περιβαλλοντικά εγκλήματα προστίθενται το λαθρεμπόριο ξυλείας και η εξάντληση υδάτινων πόρων
  • Έως και 10 χρόνια φυλάκιση για συγκεκριμένα αδικήματα
  • Πρόστιμα σε εταιρείες ύψους έως και 5% του συνολικού κύκλου εργασιών τους ή 40 εκατ. ευρώ
  • Το περιβαλλοντικό έγκλημα αποτελεί την τέταρτη μεγαλύτερη εγκληματική δραστηριότητα στον κόσμο

Σήμερα Τρίτη το Κοινοβούλιο ενέκρινε νέους κανόνες για τα περιβαλλοντικά εγκλήματα και τις ποινές που επιβάλλονται για αυτά.

Η νέα οδηγία είχε συμφωνηθεί με το Συμβούλιο στις 16 Νοεμβρίου του 2023 και εγκρίθηκε σήμερα με 499 ψήφους υπέρ, 100 κατά και 23 αποχές. Με βάση τη νέα νομοθεσία προστίθενται στον κατάλογο των περιβαλλοντικών εγκλημάτων το λαθρεμπόριο ξυλείας, η υπεράντληση υδάτινων πόρων, οι σοβαρές παραβιάσεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για τα χημικά προϊόντα, καθώς και η ρύπανση που προκαλούν τα πλοία. Το Κοινοβούλιο εξασφάλισε ότι η νέα οδηγία θα περιλαμβάνει την έννοια του «ειδικού αδικήματος». Ως ειδικά αδικήματα χαρακτηρίζονται πράξεις που οδηγούν στην καταστροφή οικοσυστημάτων και, ως εκ τούτου, ισοδυναμούν με οικοκτονία, όπως για παράδειγμα η πρόκληση μεγάλων δασικών πυρκαγιών και η εκτεταμένη ρύπανση του αέρα, του νερού και του εδάφους.

Ποινές φυλάκισης και πρόστιμα

Σύμφωνα με τη νέα οδηγία, φυσικά πρόσωπα και εκπρόσωποι εταιρειών μπορούν να τιμωρούνται ακόμη και με ποινές φυλάκισης, ανάλογα με το πόσο μακροχρόνιες, σοβαρές ή μη αναστρέψιμες είναι οι συνέπειες των περιβαλλοντικών εγκλημάτων που έχουν διαπράξει. Ειδικά αδικήματα μπορούν να τιμωρούνται με ποινές φυλάκισης οκτώ ετών, αδικήματα που προκαλούν τον θάνατο προσώπου με ποινή φυλάκισης δέκα ετών, ενώ άλλα αδικήματα με ποινή φυλάκισης έως και πέντε ετών.

Οι παραβάτες θα υποχρεούνται να αποκαθιστούν την περιβαλλοντική καταστροφή που έχουν προκαλέσει και να καταβάλλουν αποζημιώσεις, ενώ προβλέπεται και η δυνατότητα να τους επιβάλλονται χρηματικά πρόστιμα. Ανάλογα με το είδος του αδικήματος, τα πρόστιμα σε εταιρείες μπορούν να ανέρχονται σε 3% ή 5% του παγκόσμιου ετήσιου κύκλου εργασιών τους ή, εναλλακτικά, σε 24 ή 40 εκατομμύρια ευρώ. Τα κράτη μέλη θα μπορούν να αποφασίζουν να ασκούν ποινικές διώξεις ακόμη και για αδικήματα που δεν έχουν διαπραχθεί στο έδαφός τους.

Υποχρέωση των κρατών μελών να παρέχουν κατάρτιση και να συλλέγουν δεδομένα

Χάρη στις πιέσεις που άσκησε το Κοινοβούλιο, τα πρόσωπα που καταγγέλλουν περιβαλλοντικά αδικήματα θα λαμβάνουν στήριξη και βοήθεια σε τυχόν ποινικές διαδικασίες που θα αντιμετωπίζουν. Το Κοινοβούλιο εξασφάλισε επίσης ότι τα κράτη μέλη θα παρέχουν εξειδικευμένη κατάρτιση σε αστυνομικές, δικαστικές και εισαγγελικές αρχές, ότι θα εκπονήσουν εθνικές στρατηγικές και ότι θα διοργανώσουν εκστρατείες ενημέρωσης με σκοπό την καταπολέμηση των περιβαλλοντικών εγκλημάτων. Επιπλέον, οι χώρες της ΕΕ θα υποχρεούνται στο εξής να συλλέγουν δεδομένα σχετικά με τα περιβαλλοντικά αδικήματα. Με βάση τα δεδομένα αυτά, τα περιβαλλοντικά αδικήματα θα μπορούν στο εξής να αντιμετωπίζονται πιο αποτελεσματικά, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα μπορεί να επικαιροποιεί τακτικά τον σχετικό κατάλογο.

Δηλώσεις

Μετά την ψηφοφορία στην ολομέλεια, ο εισηγητής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Antonius Manders (ΕΛΚ, Ολλανδία) δήλωσε: «Ήρθε η ώρα να καταπολεμήσουμε τα διασυνοριακά εγκλήματα σε επίπεδο ΕΕ με εναρμονισμένες και αποτρεπτικές ποινές, που θα προλαμβάνουν τη διάπραξη περιβαλλοντικών εγκλημάτων. Με βάση το κείμενο στο οποίο καταλήξαμε, όσοι καταστρέφουν το περιβάλλον θα υποχρεούνται να πληρώνουν. Επιπλέον, σημαντικό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση είναι το γεγονός ότι όποιος κατέχει διευθυντική θέση σε εταιρεία που ρυπαίνει το περιβάλλον θα μπορεί πλέον να θεωρείται υπεύθυνος, όπως άλλωστε και η ίδια η εταιρεία. Χάρη στην καθιέρωση του καθήκοντος επιμέλειας, κανείς δεν θα μπορεί να κρύβεται πια πίσω από άδειες και νομικά παραθυράκια».

Επόμενα βήματα

Η οδηγία θα τεθεί σε ισχύ 20 ημέρες μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από την ημερομηνία εκείνη και έπειτα τα κράτη μέλη θα έχουν στη διάθεσή τους δύο χρόνια για να την ενσωματώσουν στο εθνικό τους δίκαιο.