Κόντρα ΔΕΔΑ- βιομηχανίας για τα οφειλόμενα και τις αυξήσεις των τελών δικτύου διανομής

Κόντρα ΔΕΔΑ- βιομηχανίας για τα οφειλόμενα και τις αυξήσεις των τελών δικτύου διανομής
Παρασκευή, 01/12/2023 - 06:05

Η ΕΒΙΚΕΝ με επιστολή της στη ΡΑΑΕΥ κάνει λόγο για καταχρηστική συμπεριφορά της ΔΕΔΑ.

«Απασφαλίζουν» κατά της ΔΕΔΑ οι ενεργοβόρες βιομηχανίες για τα οφειλόμενα από τις υπερβάλλουσες χρεώσεις από το προσωρινό τέλος διανομής μετά τη δικαστική δικαίωση από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών θέτοντας παράλληλα και το θέμα των αυξήσεων στα τέλη Δικτύων Διανομής στο πλαίσιο. Η ΕΒΙΚΕΝ με επιστολή της στη ΡΑΑΕΥ κάνει λόγο για καταχρηστική συμπεριφορά της ΔΕΔΑ, καθώς αρνείται να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις της ΡΑΕ από 2020, 2021 για την επιστροφή των ποσών που παρανόμως χρέωσε τις βιομηχανίες την περίοδο 2015-2016 Για το θέμα έχει γνωμοδοτήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενώ πρόσφατα το Διοικητικό Εφετείο απέρριψε τις προσφυγές των Διαχειριστών που πλέον είναι ΔΕΔΑ.

Η ΕΒΙΚΕΝ στην επιστολή της προς της ΡΑΑΕΥ σημείωνε ότι «η ΔΕΔΑ απαντώντας σε επιστολές μελών μας δηλώνει ότι δεν προτίθεται να προβεί στην καταβολή των ποσών που εγκρίθηκαν ως επιστρεπτέα ποσά σε συμμόρφωση με τα διατακτικά των ανωτέρω αναφερόμενων αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών και ότι πρόκειται να ασκήσει αίτηση αναίρεσης ενώπιον του ΣτΕ, με την οποία θα αμφισβητήσει τη νομιμότητα της εν λόγω δικαστικής απόφασης. Σύμφωνα με τα άρθρα 52, 54 και 65 του ΠΔ 18/89 (Κωδικοποίηση νόμων ΣτΕ), η άσκηση της αίτησης αναίρεσης ενώπιον του ΣτΕ δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, ενώ άλλωστε δεν κατοχυρώνεται η δυνατότητα άσκησης αίτησης αναστολής εκτέλεσης δικαστικής απόφασης, κατά της οποίας έχει ασκηθεί αίτηση αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας (11/2020 Επιτροπή Αναστολών ΣτΕ)».

Τονίζει επίσης, ότι «με δεδομένο ότι δεν προβλέπεται διαδικασία μέσω της οποίας θα ήταν δυνατό, σε περίπτωση άσκησης αίτησης αναίρεσης ενώπιον του ΣτΕ, να διαταχθεί η αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης δικαστικής απόφασης, είναι σαφές ότι η ΔΕΔΑ υποχρεούται να συμμορφωθεί άμεσα με τα διατακτικά των ανωτέρω αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Ως εκ τούτου, η ΔΕΔΑ υποχρεούται να προβεί στην καταβολή των ποσών που εγκρίθηκαν ως επιστρεπτέα ποσά σύμφωνα με τους όρους των 1058/2020,727/2021 και 728/2021 αποφάσεων της Αρχής σας, ανεξάρτητα από την προσφυγή της στο ΣΤΕ. Βάσει των ανωτέρω θεωρούμε επιβεβλημένο να καταγγείλουμε στην Αρχή σας την εν λόγω στάση της ΔΕΔΑ και να σας ζητήσουμε να ασκήσετε όλες τις εξουσίες της Αρχής σας ενόψει του ότι η ΔΕΔΑ καταχρηστικά δεν συμμορφώνεται με τις αποφάσεις της Αρχής σας».

Με την ίδια επιστολή που υπογράφει ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ, Αντώνης Κοντολέων, η Ενωση εκφράζει την πλήρη αντίθεσή της με το αίτημα της ΔΕΔΑ για αύξηση των τελών Δικτύου Διανομής και εκφράζουμε τις επιφυλάξεις μας επί των σχεδίων επέκτασης των δικτύων διανομής στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης.

Υπενθυμίζεται ότι η όλη υπόθεση ξεκίνησε όταν η ΕΒΙΚΕΝ προσέφυγε στη ΡΑΕ και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη μη ορθή εφαρμογή της 2009/73 από την Ελλάδα, στην οποία βασίστηκε το προσωρινό τέλος διανομής φυσικού αερίου με το οποίο επιβαρύνθηκαν οι βιομηχανίες αυξημένο κατά 500% σε σχέση με ότι ίσχυε προηγουμένως.

Τα βασικά επιχειρήματα της ΕΒΙΚΕΝ ήταν ότι το προσωρινό τέλος διανομής είχε θεσπιστεί με νομοθετική ρύθμιση, ενώ αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα της ΡΑΕ, σύμφωνα με την Οδηγία 2009/73 ενώ ήταν οριζόντιο και δεν λάμβανε υπόψη το προφίλ κατανάλωσης των χρηστών, επομένως δεν πληρούσε τις απαιτήσεις της μη διακριτικής και αναλογικής τιμολόγησης, που έθετε η συγκεκριμένη οδηγία.

Το προσωρινό τέλος διανομής φυσικού αερίου, ύψους 4 ευρώ/MWh, είχε θεσπιστεί με το Ν. 4336/2015 και εφαρμόστηκε οριζόντια σε όλες τις κατηγορίες χρηστών του δικτύου διανομής φυσικού αερίου από τις 14.08.2015 έως τις 30.11.2016. Η επιβολή επέφερε μία αύξηση 500% στο τέλος διανομής φυσικού αερίου, επιβαρύνοντας σημαντικά, τους βιομηχανικούς χρήστες που είχαν μεγάλες καταναλώσεις αερίου.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αποδεχόμενη, την καταγγελία της ΕΒΙΚΕΝ, διατύπωσε εγγράφως τις απόψεις της προς τη ΡΑΕ, η οποία στη συνέχεια ενέκρινε μία σειρά από αντισταθμιστικά μέτρα υπέρ των χρηστών που είχαν επιβαρυνθεί με το εν λόγω τέλος, προσδιορίζοντας μάλιστα και τα επιστρεπτέα ποσά.