ΔΝΤ: «Προσκρούει» σε δημοσιονομικά εμπόδια η μείωση των αερίων του θερμοκηπίου

ΔΝΤ: «Προσκρούει» σε δημοσιονομικά εμπόδια η μείωση των αερίων του θερμοκηπίου
Παρασκευή, 13/10/2023 - 06:56

Εξαιρετικά ανησυχητικές είναι οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για την επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή.

Εξαιρετικά ανησυχητικές είναι οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για την επίτευξη των στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή, η οποία προβλέπει πως τα κράτη έχουν υποχρέωση να εφαρμόσουν εθνικά μέτρα για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου με σκοπό την επίτευξη των στόχων των νομικά δεσμευτικών συνεισφορών τους (National Determined Contributions – NDCs).

Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάσθηκαν στην Ετήσια Σύνοδο του ΔΝΤ στο Μαρόκο, ως αποτέλεσμα των υφιστάμενων και προγραμματισμένων πολιτικών μετριασμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στα κράτη μέλη της G20 δεν θα είναι 25–50% έως το 2030 που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων, αλλά 13% μεσοσταθμικά.

Κατά το ΔΝΤ, οι χώρες έχουν ακολουθήσει μέχρι σήμερα διαφορετικούς συνδυασμούς πολιτικής για τον περιορισμό των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Όλο και περισσότερες χώρες έχουν θεσπίσει συστήματα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών του θερμοκηπίου, αλλά αυτά τα συστήματα τιμολόγησης καλύπτουν μόνο το 25% των παγκόσμιων εκπομπών και η μέση τιμή είναι 20 δολάρια ο τόνος—πολύ κάτω από το επίπεδο κάλυψης και τιμής που απαιτείται για επίτευξη καθαρών μηδενικών στόχων.

bfd

Αντί να αυξήσουν τις τιμές και να υιοθετήσουν την Αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει», ορισμένες μεγάλες οικονομίες έχουν υιοθετήσει πακέτα πολιτικής που βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε μέτρα που βασίζονται στις δαπάνες, όπως επενδύσεις σε πράσινες υποδομές, δημόσια χρηματοδότηση για επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια και πράσινες επιδοτήσεις για να παρέχουν κίνητρα για ιδιωτικές επενδύσεις και υιοθέτηση τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα.

Ως παράδειγμα το ΔΝΤ φέρνει τις ΗΠΑ και το νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού του 2022 που αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη ομοσπονδιακή παρέμβαση στις Ηνωμένες Πολιτείες και η οποία θα κοστίσει σχεδόν 400 δισ. δολάρια σε 10 χρόνια. Η νομοθεσία αυτή προβλέπει υψηλότερες επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια και ηλεκτρικά οχήματα, αλλά δεν μειώνει άμεσα τους ρύπους.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αναφέρει πως τα αυξημένα επίπεδα δημόσιου χρέους στις περισσότερες χώρες περιπλέκουν τις κλιματικές προκλήσεις στην τρέχουσα συγκυρία. Μετά από μια πτώση το 2021–2022, οι δείκτες του παγκόσμιου δημόσιου χρέους προβλέπεται να αυξηθούν ξανά το 2023 και να συνεχίσουν να αυξάνονται κατά 1 ποσοστιαία μονάδα ετησίως μεσοπρόθεσμα, κινούμενες ταχύτερα από ό,τι προβλεπόταν πριν από την πανδημία.

Στη βάση αυτή το ΔΝΤ αναφέρει πως η στήριξη σε μεγάλο βαθμό σε μέτρα που βασίζονται στις δαπάνες για την επίτευξη καθαρών μηδενικών εκπομπών θα αύξανε απότομα τους δείκτες δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ και θα έθετε σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του χρέους.

Πρόσθετους κινδύνους θέτει κατά το ΔΝΤ η σταδιακή διάβρωση των υφιστάμενων φορολογικών βάσεων από τα έσοδα που προέρχονται από φόρους στα καύσιμα. Αυτό διότι καθώς η οικονομία θα «απανθρακώνεται» τα σχετικά φορολογικά έσοδα θα περιορίζονται.

Ωστόσο, το ΔΝΤ προκρίνει ένα ισορροπημένο μείγμα που θα στηρίζεται και στα συστήματα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών και σε κίνητρα για πράσινες επενδύσεις.
Όπως αναφέρει το Ταμείο, η στήριξη αποκλειστικά στα δικαιώματα εκπομπών για να πετύχει η διεθνής οικονομία τον στόχο μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου στο καθαρό μηδέν το 2050 θα απαιτούσε υψηλότερη τιμή δικαιωμάτων στα 265 ευρώ ανά τόνο έως το 2050, από 83 ευρώ ανά τόνο που είναι σήμερα η τιμή στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπής (EU ETS).

«Αυτή η προσέγγιση μπορεί να είναι αποτελεσματική, αλλά είναι πολιτικά δυσάρεστη σε πολλές χώρες, θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την παραγωγή και να οδηγήσει σε άνισο κόστος μετάβασης μεταξύ των νοικοκυριών, καθιστώντας τους φόρους άνθρακα λιγότερο δημοφιλείς», σημειώνει το ΔΝΤ.