Στροφή στα μπλε τιμολόγια εν μέσω ανόδου των τιμών ρεύματος στην Ευρώπη

Στροφή στα μπλε τιμολόγια εν μέσω ανόδου των τιμών ρεύματος στην Ευρώπη
Δευτέρα, 04/08/2025 - 08:23

Ανοδική τάση καταγράφει ο αριθμός των προσφερόμενων συμβολαίων σταθερής τιμής, τα γνωστά ως μπλε τιμολόγια, στην ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, με τους καταναλωτές σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Γερμανία, η Ολλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο να στρέφονται όλο και περισσότερο σε σταθερές χρεώσεις, παρά το γεγονός ότι οι τιμές τους είναι «τσιμπημένες» έναντι των κυμαινόμενων.

Όπως προκύπτει από τη έρευνα της HEPI για τις τιμές ρεύματος που πληρώνουν οι καταναλωτές σε 33 ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, τα σταθερά συμβόλαια διαμορφώνονται κατά μέσο όρο στα 30,56 λεπτά/KWh, ήτοι 1,99 λεπτά/KWh ακριβότερα από τα κυμαινόμενα.

Την ίδια στιγμή, η μέση λιανική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα για τον Ιούλιο (συμπεριλαμβανομένων τελών και φόρων) διαμορφώθηκε στα 25,20 λεπτά/KWh, οριακά χαμηλότερα από τον μέσο όρο των 27 χωρών της ΕΕ (25,27 λεπτά/KWh), ενώ υπολείπεται και του μέσου όρου των 33 ευρωπαϊκών πρωτευουσών (24,13 λεπτά/KWh). Παρά τη σχετικά ευνοϊκή θέση της ελληνικής αγοράς, η τιμή αυξήθηκε κατά 5% σε σχέση με τον Ιούνιο ενώ παρουσιάζει μια συνεχή ανοδική πορεία τους τελευταίους τρεις μήνες. Η αύξηση του Ιουλίου αποδίδεται από τη μελέτη στην άνοδο τόσο της συνιστώσας της ενέργειας, όσο και του κόστους διανομής και των φόρων. Σημειώνεται δε ότι στην Αθήνα, η αυξημένη ζήτηση για ψύξη λόγω των καυσώνων οδήγησε σε αύξηση της λιανικής του ρεύματος με παράλληλη αύξηση στις τιμές χονδρικής λόγω και της αβεβαιότητας γύρω από την προμήθεια φυσικού αερίου.

Πάντως ανοδικά κινήθηκε η μέση λιανική τιμή του ηλεκτρισμού σε όλη την Ευρώπη κατά 2%, καθώς οι υψηλές θερμοκρασίες αύξησαν τη ζήτηση για ψύξη. Είναι χαρακτηριστικό ότι από τις 33 πρωτεύουσες που εξετάζει η μελέτη, οι 14 παρουσίασαν αυξήσεις τιμών ενώ μόνο τρεις είχαν μείωση μεταξύ των οποίων και η Λευκωσία (-2%), λόγω μείωσης στη συνιστώσα της ενέργειας. Σχεδόν οι μισές πρωτεύουσες δεν παρουσίασαν διακύμανση στις τιμές των τελικών χρηστών ηλεκτρικής ενέργειας. Η πλέον εντυπωσιακή αύξηση κατά 76% σημειώθηκε στο Βουκουρέστι και αποδίδεται στην ανοδική πορεία της τιμής προμήθειας και των φόρων αλλά και της λήξης του μέτρου στήριξης των καταναλωτών με ανώτατο όριο τιμών. Σημειώνεται ότι στη Ρουμανία όπου ως γνωστόν δραστηριοποιείται και η ΔΕΗ το ανώτατο όριο τιμών τέθηκε σε ισχύ για πρώτη φορά τον Νοέμβριο του 2021 ως μέτρο στήριξης για την προστασία των οικιακών καταναλωτών από τις αυξανόμενες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.

Με βάση τα στοιχεία της έρευνας οι τιμές στις πρωτεύουσες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΚΑΕ) τείνουν να είναι χαμηλότερες από τον μέσο όρο.

Όπως επισημαίνεται στη μελέτη πριν από την ενεργειακή κρίση, οι σταθερές και οι κυμαινόμενες τιμές ήταν σχετικά παρόμοιες. Μια κυμαινόμενη τιμή ήταν συχνά φθηνότερη, καθώς παρείχε στον προμηθευτή χαμηλότερη αφοσίωση και κίνδυνο προμηθειών. Αν και οι καταναλωτές ουσιαστικά έπαιζαν λίγο με την κατεύθυνση της αγοράς, δεν ήταν μια ιδιαίτερα σημαντική επιλογή για τους περισσότερους από αυτούς.

Στις πιο ώριμες αγορές, οι ενεργοί καταναλωτές παρ' όλα αυτά έτειναν να επιλέγουν σταθερές τιμές. Λόγω της κρίσης, η κατάσταση αντιστράφηκε. Οι σταθερές τιμές, όπου ήταν διαθέσιμες (σε ορισμένες αγορές δεν ήταν διαθέσιμες από την αρχή ή τα μέσα της κρίσης), ήταν υψηλότερες από τις κυμαινόμενες τιμές, σε ορισμένες περιπτώσεις με πολύ μεγάλη διαφορά περιθώριο. Ωστόσο, αυτή η τάση φαίνεται να αντιστρέφεται ξανά.

Τον Ιούλιο του 2025, ο αριθμός των προσφερόμενων συμβολαίων σταθερής τιμής φαίνεται να έχει αυξηθεί, ενώ η μέση τιμή τους είναι υψηλότερη από τη μέση κυμαινόμενη τιμή κατά 1,99 λεπτά/kWh. Σε τέσσερις από τις αγορές της Ευρώπης των 15, όπου παρατηρείται ότι τα συμβόλαια σταθερής τιμής είναι κατά μέσο όρο φθηνότερα από τα μεταβλητά.

Τέλος η έρευνα δείχνει ότι κατά μέσο όρο, η ενέργεια αντιπροσωπεύει το 50% της τιμής τελικού χρήστη στον λογαριασμό ηλεκτρικής ενέργειας, η διανομή το 28%, οι ενεργειακοί φόροι το 8% και ο ΦΠΑ το 14% για τις πρωτεύουσες της ΕΕ.