Σε ό,τι αφορά στην ενέργεια ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε: «Η Ανατολική Μεσόγειος είναι μια περιοχή στρατηγικής σημασίας, αποτελεί τα νοτιοανατολικά σύνορα της Ευρώπης, ζωτικό σταυροδρόμι εμπορικών και ενεργειακών διαδρόμων.
Η Ελλάδα, στην «καρδιά» αυτής της περιοχής, κατέχει μια καίρια γεωστρατηγική θέση. Φιλοδοξούμε να γίνουμε πάροχος ενεργειακής ασφάλειας, συνδέοντας την Ευρώπη με τη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή.
Ασκώντας τα κυριαρχικά μας δικαιώματα -πάντα με πλήρη σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο- ενισχύουμε την παρουσία μας και διαμορφώνουμε τις εξελίξεις στην περιοχή.
Έργα συνδεσιμότητας, όπως οι διασυνδέσεις Great Sea Interconnector και GREGY, που συνδέει την Ελλάδα με την Αίγυπτο, είναι έργα αμοιβαίου οφέλους, που προωθούν τη σταθερότητα και διασφαλίζουν ότι τα ηλεκτρικά μας δίκτυα είναι καλύτερα συνδεδεμένα.
Θα προσθέσουν νέες οδούς για τον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης, θα επιταχύνουν την πράσινη μετάβαση και, πάνω απ’ όλα, θα σφίξουν τους δεσμούς στην περιοχή μας.
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι το μέλλον και στην Ελλάδα έχουμε ήδη σημειώσει σημαντική πρόοδο σε αυτόν τον τομέα. Ωστόσο, παραμένουμε ρεαλιστές: τα ορυκτά καύσιμα θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν ρόλο στο ενεργειακό μας μείγμα, με το φυσικό αέριο να λειτουργεί ως «γέφυρα» σε αυτή τη μετάβαση.
Γι’ αυτό επενδύουμε σε υποδομές που μετατρέπουν την Ελλάδα σε κόμβο για τη μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου. Ταυτόχρονα, σε συνεργασία με τους Αμερικανούς εταίρους μας, προωθούμε τις έρευνες σε ό,τι αφορά υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αερίου και την πιθανή εκμετάλλευσή τους -πρόκειται για πόρο στρατηγικής σημασίας, όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη.
Ωστόσο, η Ανατολική Μεσόγειος αντιμετωπίζει επίσης σοβαρές προκλήσεις: κλιματική αλλαγή, μετανάστευση, συνεχιζόμενες συγκρούσεις. Ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις είναι η συνεργασία, που θα βασίζεται στις ηγετικές αρετές, στην πολιτική βούληση, καθώς και στο κοινό αίσθημα ευθύνης.
Σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας: Το casus belli πρέπει να αποσυρθεί
Στις σχέσεις μας με όλους τους γείτονές μας η Ελλάδα καθοδηγείται από μια μοναδική, ακλόνητη «πυξίδα»: τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου. Αυτός είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της εξωτερικής μας πολιτικής και η βάση πάνω στην οποία επιδιώκουμε τον διάλογο και την ειλικρινή συνεργασία».
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω από τις σχέσεις μας με την Τουρκία. Η Ελλάδα επιδιώκει την ειρηνική συνύπαρξη με τον γείτονά μας. Τα τελευταία χρόνια, ναι, έχουμε καταφέρει να διατηρήσουμε χαμηλά τα επίπεδα έντασης και αυτό είναι μια θετική εξέλιξη που δεν πρέπει να υποτιμούμε.
Ωστόσο, τα «ήρεμα νερά» που έχουμε βιώσει τα τελευταία δύο χρόνια δεν πρέπει να είναι κάτι εφήμερο. Πρέπει να μας επιτρέψουν να οικοδομήσουμε εμπιστοσύνη, να βρούμε κοινό έδαφος και να αναζητήσουμε λύσεις προς το συμφέρον και των δύο λαών μας.
Ο δρόμος προς τα εμπρός βασίζεται στον διάλογο, τον σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και στο όραμα για μία περιοχή που δεν χαρακτηρίζεται από αντιπαλότητα, αλλά από κοινή ευημερία.
Όπως έχω επανειλημμένα τονίσει από αυτό το βήμα, είμαστε έτοιμοι να εργαστούμε για την επίλυση του μοναδικού σημαντικού εκκρεμούς ζητήματος μεταξύ μας: την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Τουρκία πρέπει να άρει την απειλή πολέμου εναντίον της Ελλάδας, που εξακολουθεί να πλανάται ως «γκρίζο σύννεφο» πάνω από τις σχέσεις μας. Έχουν περάσει 30 χρόνια, το casus belli πρέπει να αποσυρθεί. Δεν έχει θέση στις σχέσεις μεταξύ γειτόνων που διατηρούν φιλικές σχέσεις. Ο δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε είναι αυτός της διπλωματίας, όχι της «γλώσσας των όπλων».