Σύμφωνα με την έρευνα τον Απρίλιο 2025 ο αριθμός των προσφερόμενων συμβάσεων με σταθερή τιμής φαίνεται ότι αυξήθηκε, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα με τη μέση τιμή των σταθερών συμβολαίων να είναι ακριβότερη κατά 1,59 λεπτά/kWh σε σχέση με τη μέση τιμή των κυμαινόμενων τιμολογίων.
Με βάση τα δεδομένα 15 χωρών της ΕΕ η μέση τιμή στα σταθερά τιμολόγια ήταν 29,97 λεπτά/kwh έναντι 28,38 λεπτά/kWh της μέσης τιμής στα κυμαινόμενα τιμολόγια. Υπάρχουν χώρες πάντως, όπως η Γερμανία, η Βρετανία και η Ολλανδία όπου η μέση τιμή των σταθερών συμβολαίων είναι σημαντικά χαμηλότερη από αυτή των κυμαινόμενων.
Οι τιμές αφορούν στο συνολικό ποσό που πληρώνει ο οικιακός καταναλωτής για την ενέργεια, μέσω του λογαριασμού ρεύματος, δηλαδή συμπεριλαμβάνουν το κόστος δικτύων, τους φόρους και όλες τις άλλες χρεώσεις που σχετίζονται με την ενέργεια.
Την ίδια ώρα η ενισχυμένη συμμετοχή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα και η χαμηλότερη ζήτηση συνέβαλαν καθοριστικά στη μείωση της τιμής του ρεύματος για τους Έλληνες καταναλωτές τον Απρίλιο. Όπως καταγράφεται στη μελέτη, η λιανική τιμή στην ελληνική αγορά διαμορφώθηκε στα 22,06 λεπτά ανά KWh, επίπεδο χαμηλότερο τόσο από τον μέσο όρο των 27 χωρών της ΕΕ (24,67 λεπτά/KWh) όσο και από τον μέσο όρο των 33 ευρωπαϊκών χωρών (23,67 λεπτά/KWh).
Η μείωση της τάξης του 8% αποδίδεται, σύμφωνα με την ίδια μελέτη, στη μεγάλη παραγωγή ηλεκτρισμού από ΑΠΕ, αλλά και στο γεγονός ότι τα κυμαινόμενα τιμολόγια στην Ελλάδα βασίζονται στην τιμή χονδρικής του προηγούμενου μήνα – η οποία τον Μάρτιο παρουσίασε αισθητή πτώση, επηρεάζοντας θετικά τις τελικές τιμές του Απριλίου. Συνολικά, στις 33 ευρωπαϊκές πρωτεύουσες που εξετάζει η μελέτη, η μέση τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας για τον τελικό χρήστη παρουσίασε αύξηση 4% σε ετήσια βάση, σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2024. Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η άνοδος στις τιμές του φυσικού αερίου για οικιακή χρήση, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 9% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους.
Ωστόσο, σε μηνιαία βάση, ο Απρίλιος του 2025 αποδείχθηκε φθηνότερος κατά 2% κατά μέσο όρο σε σχέση με τον Μάρτιο. Τη μεγαλύτερη πτώση σημείωσαν η Κοπεγχάγη και η Λευκωσία, με μείωση 10%, ενώ ακολουθούν η Αθήνα και οι Βρυξέλλες, όπου οι τιμές υποχώρησαν κατά 8% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
Στον αντίποδα, οι μεγαλύτερες αυξήσεις σε μηνιαία βάση καταγράφηκαν στο Όσλο, όπου οι τιμές ενισχύθηκαν κατά 9%, ενώ ακολούθησαν το Δουβλίνο με άνοδο 2% και η Ρίγα με 1%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε 15 χώρες οι τιμές παρέμειναν σταθερές, ενώ σε όλες τις υπόλοιπες παρατηρήθηκε μείωση, με μοναδικές εξαιρέσεις τις τρεις χώρες όπου υπήρξαν αυξήσεις και ειδικότερα τη Νορβηγία, Ιρλανδία και Λετονία.
Σε ό,τι αφορά τη μεγάλη πτώση στην Κύπρο αυτή οφείλεται στη μείωση του ΦΠΑ στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας των νοικοκυριών από 19% σε 9%. Περίπου 494.000 νοικοκυριά θα επωφεληθούν από αυτή τη μείωση, η οποία στοχεύει στην αντιμετώπιση του υψηλού κόστους ζωής και θα παραμείνει σε ισχύ για ένα χρόνο πριν επαναξιολογηθεί.