ΕΔΕΥΕΠ: Οφελος πάνω από 6 δισ. ευρώ από τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα

ΕΔΕΥΕΠ: Οφελος πάνω από 6 δισ. ευρώ από τη δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα
Τρίτη, 25/04/2023 - 05:30

Ηδη μεγάλες επιχειρήσεις των κλάδων μετάλλου, τσιμέντου, παραγωγής ενέργειας όπως η ΔΕΗ αλλά και τα διυλιστήρια έχουν εκδηλώσει ήδη ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη τεχνολογία.

Με τις τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα να κινούνται σήμερα στα 90-100 ευρώ ανά τόνο και τις προοπτικές να δείχνουν άνοδο το όφελος από την αποθήκευση λόγω της αποφυγής αγοράς δικαιωμάτων από τις επιχειρήσεις μπορεί να ξεπεράσει τα 6 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως σε βάθος χρόνου.

Οι σχετικές επισημάνσεις έγιναν χθες σε εκδήλωση της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρίας Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων (ΕΔΕΥΕΠ) κατά την οποία ο επικεφαλής της εταιρείας, Αριστοφάνης Στεφάτος, απηύθυνε δημόσια πρόσκληση προς όλους τους ενδιαφερόμενους, από τις βιομηχανίες παραγωγής μετάλλων, τσιμέντου και ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι και τα διυλιστήρια, που είναι και οι μεγαλύτεροι «παραγωγοί» εκπομπών CO2, για συνεργασία με την ΕΔΕΥΕΠ, προκειμένου να αναπτυχθούν στην Ελλάδα έργα δέσμευσης και αποθήκευσης διοξειδίου του άνθρακα (Carbon Capture Storage).

H τεχνολογία του Carbon Capture Storage (CCS) αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς κυρίως στις ΗΠΑ αλλά και στη Βόρεια Ευρώπη και είναι ευκαιρία για την Ελλάδα να αναπτύξει τέτοιου είδους έργα τα οποία θα συμβάλλουν στη διαχείριση του CO2 από τις βιομηχανίες, οι οποίες με τον τρόπο αυτό θα μειώσουν το κόστος λειτουργίας τους αφού δεν θα χρειάζεται να αγοράζουν δικαιώματα εκπομπών επισημάνθηκε στην εκδήλωση. Και αυτό, την ώρα που οι προβλέψεις για τις τιμές των δικαιωμάτων CO2, όσο η ΕΕ οδεύει προς την κλιματική ουδετερότητα, να κάνουν λόγο για αύξηση του κόστους.

Όπως δήλωσε ο κ. Στεφάτος ήδη μεγάλες επιχειρήσεις των κλάδων μετάλλου, τσιμέντου, παραγωγής ενέργειας όπως η ΔΕΗ αλλά και τα διυλιστήρια έχουν εκδηλώσει ήδη ενδιαφέρον για τη συγκεκριμένη τεχνολογία, ενώ το σύνολο των εκπομπών CO2 από την ελληνική βιομηχανία ανέρχονται σε 30-35 εκατ τόνους ετησίως.

Ο Στεφάτος σημείωσε ότι ήδη στις ΗΠΑ και τη Β. Ευρώπη αναπτύσσονται δεκάδες έργα με σημαντική κρατική υποστήριξη ενώ πρόσθεσε ότι και στη χώρα μας έχουν γίνει σημαντικά βήματα, καθώς έχουμε ήδη θεσμικό πλαίσιο και την πρώτη εγκεκριμένη αίτηση για αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα στον Πρίνο.

Σε ότι αφορά το θεσμικό πλαίσιο η οδηγία της ΕΕ για το CCSέχει ενσωματωθεί στο εθνικό δίκαιο από το 2011 ενώ προσφάτως θεσμοθετήθηκε από το ΥΠΕΝ η αρμοδιότητα της ΕΔΕΥΕΠ στην αδειοδότηση τέτοιων έργων.

Μάλιστα στο η Energean σε συνεργασία με τον ΔΕΣΦΑ προωθούν τη δημιουργία ενός τέτοιου project στο υπό εξάντληση κοίτασμα του Πρίνου, το οποίο μάλιστα έχει ενταχθεί στο RRF με προβλεπόμενη χρηματοδότηση ύψους 100 εκατ. ευρώ. Παράλληλα τόσο η Energean όσο και ο ΔΕΣΦΑ έχουν υποβάλει αίτηση για υπαγωγή του στα έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος (PCIs)και στο Ταμείο Καινοτομίας ενώ έχουν ολοκληρωθεί οι πρώτες τεχνικές μελέτες από μεγάλες αμερικανικές εταιρείες, όπως η Halliburton και η Wood plc.

Σημειώνεται ότι το project της μετατροπής του Πρίνου σε χώρο αποθήκευσης CO2 αφορά σε πρώτη φάση αποθήκευση 0,5-1 εκατ. τόνων CO2 ετησίως ενώ σε τελικό στάδιο η επένδυση στον Πρίνο μπορεί να φθάσει το 1 δις. ευρώ.

Παράλληλα είναι πιθανό να εντοπιστούν και άλλες περιοχές κατάλληλες για υπόγεια αποθήκευση όπως στη Λεκάνη των Γρεβενών στη Δυτική Θεσσαλονίκη και στη Βασάλτη του Βόλου.

Μιλώντας στην εκδήλωση της ΕΔΕΥΕΠ η γενική γραμματέας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου εξέφρασε την υποστήριξη του υπουργείου στην τεχνολογία δέσμευσης και αποθήκευσης, σημειώνοντας ότι αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για τη χώρα μας και σημαντικός παράγοντας για την επίτευξη του στόχου της κλιματικής ουδετερότητας ως το 2050.

Ο κ. Στεφάτος υπογράμμισε ακόμη 4 συγκεκριμένα οφέλη από την ανάπτυξη της δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα στη χώρα μας και συγκεκριμένα τη συμβολή στην επίτευξη των κλιματικών στόχων, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, την προσέλκυση ευρωπαϊκών κονδυλίων και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής βιομηχανίας.