Ο πλανήτης στα όριά του: Τα δύο σενάρια για το άμεσο μέλλον μας

Ο πλανήτης στα όριά του: Τα δύο σενάρια για το άμεσο μέλλον μας
Δευτέρα, 11/10/2021 - 12:35

"Τώρα που βιώνουμε συλλογικά έναν υπαρξιακό κίνδυνο, δεν αξίζει τον κόπο να κάνουμε το αδύνατο δυνατό για να ξαναγράψουμε το μέλλον μας".Με το τέταρτο κύμα της πανδημίας σε πλήρη εξέλιξη, τους λογαριασμούς ενέργειας σε πρωτοφανή ύψη και έναν ακόμα δύσκολο χειμώνα μπροστά μας, μπορεί να μην μας φαντάζει ως το πιο επείγον από τα προβλήματά μας αυτή τη στιγμή. Αν όμως δεν αναλάβουμε τώρα πολύ πιο φιλόδοξη και γενναία κλιματική δράση, οδηγούμαστε σε καταστάσεις που θα κάνουν τα σημερινά μας προβλήματα να φαντάζουν σαν μία ευχάριστη ανάμνηση σε τριάντα χρόνια από τώρα. Πρέπει να καλύψουμε ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στον στόχο που μας υπαγορεύει η επιστήμη για να είμαστε ασφαλείς (1.5 βαθμός Κελσίου) και την κλιματική δράση που έχουν υποσχεθεί να αναλάβουν οι ηγέτες του πλανήτη, η οποία μας οδηγεί σε έναν πλανήτη θερμότερο κατά σχεδόν 3C.

Ήδη βιώνουμε καταστάσεις και φαινόμενα που θα μας φαίνονταν αδιανόητα πριν δέκα χρόνια. Με την αύξηση της θερμοκρασίας να ξεπερνά ήδη τον 1 βαθμό Κελσίου και 1.000.000 είδη να απειλούνται με εξαφάνιση, η περιβαλλοντική κατάρρευση μοιάζει όλο και πιο πιθανή. Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι και τώρα είναι η ώρα να επιλέξουμε το μέλλον που θέλουμε. Ας δούμε τις δύο διαφορετικές εκδοχές του μέλλοντός μας για να καταλάβουμε καλύτερα το διακύβευμα.

Στο πρώτο σενάριο, μειώσαμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, όχι όμως αρκετά γρήγορα. Καταφέραμε να απεξαρτηθούμε από τον λιγνίτη, αλλά όχι από το ορυκτό αέριο και το πετρέλαιο. Η τεχνολογική πρόοδος έδωσε σημαντικές λύσεις, αλλά από μόνη της δεν αρκούσε. Οι τομές που χρειάζονταν για να μας οδηγήσουν σε μία κοινωνία μηδενικών εκπομπών, η ανάδειξη της φύσης σε αυταξία, το δικαίωμα όλων των ανθρώπων να ζουν με αξιοπρέπεια και ασφάλεια σε ένα ζωντανό πλανήτη δεν ενσαρκώθηκαν ποτέ, με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε στο καταστροφικό μονοπάτι των 3 βαθμών Κελσίου έως τα τέλη του αιώνα.

Tα πρώτα κύματα καύσωνα μας πλήττουν από τις αρχές της άνοιξης, ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες οι θερμοκρασίες είναι αφόρητες επί μέρες ή και εβδομάδες αγγίζοντας τους 50C στην κορύφωσή τους, ειδικά στις πόλεις. Τα περισσότερα από τα σπίτια μας δεν αναβαθμίστηκαν ενεργειακά, με αποτέλεσμα να έχουν τεράστιες ενεργειακές ανάγκες για τον κλιματισμό τους, πιέζοντας οικονομικά τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας και το ενεργειακό σύστημα. Οι διακοπές στην ηλεκτροδότηση είναι συχνό φαινόμενο, καθώς εκτός από προβλήματα επάρκειας, οι υποδομές μας δεν είναι σχεδιασμένες για να λειτουργούν σε τέτοιες ακραίες συνθήκες.

Μαζί με τους καύσωνες η χώρα υποφέρει από παρατεταμένα κύματα ξηρασίας καθώς οι βροχοπτώσεις μειώνονται, ειδικά τους χειμερινούς μήνες, ενώ πολλές περιοχές της χώρας αντιμετωπίζουν τεράστια προβλήματα λειψυδρίας. Οι συνθήκες αυτές είναι ακόμα πιο οξείες στη Νοτιανατολική Μεσόγειο, εντείνοντας τις συγκρούσεις και τα μεταναστευτικά ρεύματα προς την Ευρώπη. Ανεξάρτητα από τον λόγο πρόκλησής τους, οι δασικές πυρκαγιές γίνεται αδύνατο να αντιμετωπιστούν καταστρέφοντας πολύτιμα οικοσυστήματα που μας χάριζαν ζωή και απορροφούσαν διοξείδιο του άνθρακα. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα είναι ο κανόνας και μέσα σε λίγες ώρες καταγράφονται βροχοπτώσεις που κανονικά θα σημειώνονταν μέσα ένα έτος, πλημμυρίζοντας πόλεις και αγροτικές εκτάσεις. Οι μεσογειακοί κυκλώνες έχουν γίνει συνηθισμένο φαινόμενο, ενώ η άνοδος της στάθμης της θάλασσας σε συνδυασμό με τη διάβρωση των ακτών καταστρέφει πολλές από τις ακτές της χώρας και δημιουργεί τεράστια προβλήματα στους πολίτες που ζουν στις παράκτιες περιοχές.

Η άναρχη και παράνομη δόμηση δεν αντιμετωπίστηκε στη ρίζα της και παρά τις συχνές εξαγγελίες, οι πολιτικές κλιματικής προσαρμογής δεν εφαρμόστηκαν στην πράξη, με αποτέλεσμα τα ακραία καιρικά φαινόμενα να έχουν βαρύ τίμημα σε ανθρώπινες ζωές και να προκαλούν τεράστιες καταστροφές. Όσοι διαθέτουν τα οικονομικά μέσα έχουν καταφέρει να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες. Η πλειονότητα των πολιτών βιώνει δραματικές επιπτώσεις στην υγεία και το βιοτικό τους επίπεδο, ζώντας σε δυστοπικές συνθήκες.

Στο δεύτερο σενάριο καταφέραμε να συγκρατήσουμε την αύξηση της θερμοκρασίας στον 1,5C. Ακόμα και αν το όριο ξεπεράστηκε προσωρινά, χάρη στη διεθνή συμφωνία που υπογράφηκε για την προστασία της φύσης και την παγκόσμια προσπάθεια που ακολούθησε, τα δάση μας, οι υγρότοποι και οι θάλασσες προστατεύθηκαν και παρέμειναν ζωντανά και υγιή. Απορροφούν περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και δίνουν ζωή στον πλανήτη, σταθεροποιώντας παράλληλα το κλίμα.

Οι πόλεις αναπλάστηκαν με στόχο να υπηρετούν τις ανάγκες των κατοίκων της. Η ηλεκτροκίνηση ήταν μέρος της λύσης, αλλά ήταν η δραστική επέκταση ενός δημόσιου δικτύου συλλογικών μεταφορών κυρίως σταθερής τροχιάς, η απαγόρευση της χρήσης ΙΧ σε μεγάλα τμήματα των πόλεων και η ανάπτυξη του πρασίνου, που εξάλειψε την ατμοσφαιρική ρύπανση και μείωσε θεαματικά τη θερμοκρασία στα αστικά κέντρα, καταπολεμώντας το φαινόμενο της θερμικής νησίδας.

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καλύπτουν σχεδόν το 100% των ενεργειακών αναγκών μας. Η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα ξεκίνησε από την ηλεκτροπαραγωγή και συνεχίστηκε με τους τομείς των μεταφορών και της θέρμανσης που εξηλεκτρίστηκαν. Τίποτα από αυτά δεν θα είχε γίνει πραγματικότητα αν η εξοικονόμηση ενέργειας δεν είχε αναχθεί σε ύψιστη προτεραιότητα και αν οι πολίτες δεν γίνονταν και οι ίδιοι παραγωγοί καθαρής ενέργειας. Καθώς ωριμάζουν οικονομικά οι νέες τεχνολογίες, όπως το πράσινο υδρογόνο, αξιοποιούνται στους τομείς που είναι πιο δύσκολο να απεξαρτηθούν από τα ορυκτά καύσιμα, όπως η βαριά βιομηχανία.

Το διατροφικό μας σύστημα, από πρόβλημα μετατράπηκε σε λύση. Χάρη στην αναγεννητική γεωργία και άλλες βιώσιμες πρακτικές, τα εδάφη ανέκτησαν την υγεία τους εξασφαλίζοντας θρεπτική τροφή και απορροφώντας συνεχώς τεράστιες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα. Μάθαμε να καταναλώνουμε λιγότερα ζωικά προϊόντα και επεξεργασμένη τροφή, ενώ εκμηδενίσαμε τη σπατάλη τροφίμων χάρη σε έξυπνες αλλά τολμηρές πολιτικές παρεμβάσεις σε όλη τη διαδρομή της τροφής, από το χωράφι έως το πιάτο μας.

Η διαδικασία αυτή ήταν μία επίπονη και κοπιαστική προσπάθεια, αλλά μέσα από αυτή γίναμε καλύτεροι. Μάθαμε να ζούμε μέσα στα βιολογικά όρια του πλανήτη, καλύπτοντας δίκαια τις ανάγκες όλων των ανθρώπων. Χρειάστηκε όμως να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια της ευημερίας για να το πετύχουμε αυτό.

Και τα δύο σενάρια είναι απλά προβλέψεις και φυσικά αποτελούν μία πολύ συνοπτική και επιφανειακή περιγραφή της αλλαγής, θετικής ή αρνητικής. Στηρίζονται όμως στη βάση των καλύτερων επιστημονικών δεδομένων που έχουμε στα χέρια μας για το πώς μπορεί να μοιάζει το μέλλον και πολλά από αυτά που περιγράφονται τα βιώνουμε ήδη, απλά σε ηπιότερο βαθμό.

Καταιγιζόμαστε καθημερινά από ειδήσεις καταστροφών που μας αποκαρδιώνουν και μας γεμίζουν απαισιοδοξία για ένα ζοφερό μέλλον που μοιάζει αναπόφευκτο. Είναι όμως όντως αναπόφευκτο; Όταν πρόκειται για το καλό των παιδιών μας δεν συμβιβαζόμαστε ποτέ με οτιδήποτε λιγότερο από το καλύτερο δυνατό, χωρίς να λογαριάζουμε το τίμημα. Τώρα που βιώνουμε συλλογικά έναν υπαρξιακό κίνδυνο, δεν αξίζει τον κόπο να κάνουμε το αδύνατο δυνατό για να ξαναγράψουμε το μέλλον μας και να εξασφαλίσουμε την ευημερία των παιδιών μας;

Η επιστήμη είναι αδιαμφισβήτητη: τώρα είναι η στιγμή για να αναλάβουμε θετική, τολμηρή και φιλόδοξη δράση αν θέλουμε να εξασφαλίσουμε έναν κατοικήσιμο πλανήτη για εμάς και τα παιδιά μας. Είμαστε η τελευταία γενιά που μπορεί να αλλάξει την πορεία μας! Με την παγκόσμια διάσκεψη για το κλίμα στη Γλασκώβη μόλις λίγες εβδομάδες μακριά, είναι μία πρώτης τάξης ευκαιρία να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και να παλέψουμε για τον κόσμο μας!

*Εμπνεύστηκα αυτό το άρθρο αφού διάβασα το εξαιρετικό βιβλίο της Christiana Figueres και Tom Rivett - Carnac, “The future we want - Surviving the climate crisis”.

Δημήτρης Ιμπραήμ, Υπεύθυνος Τομέα Κλίματος & Ενέργειας