Επιφυλάξεις στην αγορά για τις εξαγγελίες Σκρέκα περί σχήματος ενίσχυσης της ενεργοβόρου βιομηχανίας

Επιφυλάξεις στην αγορά για τις εξαγγελίες Σκρέκα περί σχήματος ενίσχυσης της ενεργοβόρου βιομηχανίας
Πέμπτη, 02/03/2023 - 06:11

Επιφυλάξεις για το σχήμα ενίσχυσης της ενεργοβόρου βιομηχανίας που προανήγγειλε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας μέσω του πλαισίου Κρατικών Ενισχύσεων της ΕΕ εκφράζουν παράγοντες της αγοράς κάνοντας λόγο για εξαγγελίες χωρίς περιεχόμενο.

Επιφυλάξεις για το σχήμα ενίσχυσης της ενεργοβόρου βιομηχανίας που προανήγγειλε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας μέσω του πλαισίου Κρατικών Ενισχύσεων της ΕΕ εκφράζουν παράγοντες της αγοράς κάνοντας λόγο για εξαγγελίες χωρίς περιεχόμενο.

Και αυτό την ώρα που έχει πέσει «ψαλίδι» για τον Μάρτιο στις επιδοτήσεις ηλεκτρικής ενέργειας για τις επιχειρήσεις στη Μέση και Υψηλή Τάση ενώ το μέτρο θα αφορά μόνο συγκεκριμένους κλάδους και υπό προϋποθέσεις.

Οι επιφυλάξεις και ο προβληματισμός εδράζεται στο γεγονός ότι εξαγγέλθηκε μια επιδότηση της τάξης των 50 ευρώ/MWh για το 2023 ανεξάρτητα της τιμής με την οποία θα επιβαρύνονται οι συγκεκριμένοι βιομηχανικοί καταναλωτές, γεγονός που ερμηνεύεται από τους ίδιους παράγοντες ως απλή εξαγγελία για να καθησυχαστούν οι βιομηχανίες.

Το μέτρο προαναγγέλθηκε από τον κ. Σκρέκα κατά την ανακοίνωση των επιδοτήσεων που θα δοθούν στους καταναλωτές ρεύματος τον Μάρτιο. Όπως είπε «ενεργοβόρες επιχειρήσεις σύμφωνα με το παράρτημα Ι του προσωρινού πλαισίου στο οποίο περιλαμβάνονται τομείς και υποτομείς που θεωρούνται ιδιαίτερα εκτεθειμένοι σε απώλεια ανταγωνιστικότητας λόγω της ενεργειακής κρίσης, ενδεικτικά, χαλυβουργίες, τσιμεντοβιομηχανίες, βιομηχανίες αλουμινίου, κεραμουργίες, υφαντουργίες , βιομηχανίες παραγωγής χαρτιού, υαλουργίες, κλπ.

Οι βιομηχανίες αυτές δε θα πρέπει να έχουν συνάψει συμβάσεις σταθερών τιμολογίων άνω των 12 μηνών και δεν θα συνάψουν διμερή συμβόλαια φυσικής παράδοσης με παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας.

Προϋπόθεση επιδότησης είναι η αύξηση του κόστους του ρεύματος να οδηγεί σε μείωση του λειτουργικού περιθωρίου κατά 40% ή σε αρνητικό λειτουργικό περιθώριο για αυτές τις δραστηριότητες.»

Το ΥΠΕΝ θα πρέπει να υποβάλλει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προς έγκριση σχέδιο επιδότησης των ενεργοβόρων βιομηχανιών με βάση τους συγκεκριμένους κανόνες που έχουν εγκριθεί για τις κρατικές ενισχύσεις.

Ως εκ τούτου λοιπόν θα χρειαστεί χρόνος για να προετοιμαστεί από την Αθήνα και να εγκριθεί από τις Βρυξέλλες ένας μηχανισμός επιδότησης ο οποίος θα πρέπει να ακολουθεί την μαθηματική φόρμουλα που έχει περιγράψει η Κομισιόν στις σχετικές αποφάσεις της. Επίσης θα πρέπει στην ελληνική πρόταση να ακολουθούνται οι κανόνες που προβλέπει η Κομισιόν καθώς σε διαφορετική περίπτωση το πιθανότερο είναι η απόρριψη του ελληνικού αιτήματος όποτε και εάν αυτό υποβληθεί.

Με βάση αυτά τα δεδομένα οι επιχειρήσεις θεωρούν πως επί του παρόντος η εξαγγελία Σκρέκα είναι απλώς μια υπόσχεση η οποία μάλιστα θα είναι δύσκολο να τηρηθεί δεδομένου ότι έχουμε ήδη εισέλθει σε μια άτυπη προεκλογική περίοδο με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού.

Παράλληλα εκφράζονται ανησυχίες και για τους ίδιους τους όρους που προτίθεται να συμπεριλάβει το ΥΠΕΝ στο σχέδιο που θα στείλει προς έγκριση στην Κομισιόν.

Όπως προκύπτει από τις δηλώσεις του κ. Σκρέκα από τον μηχανισμό της επιδότησης θα εξαιρούνται οι βιομηχανίες που έχουν συνάψει συμβάσεις σταθερών τιμολογίων άνω των 12 μηνών ή θα συνάψουν διμερή συμβόλαια φυσικής παράδοσης (PPAs) με παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας.

Σύμφωνα με κύκλους της βιομηχανίας οι περιορισμοί που τίθενται δημιουργούν βάσιμα ερωτηματικά για το εάν η Κομισιόν θα εγκρίνει την ελληνική πρόταση η οποία αποκλείει όσες βιομηχανίες υπογράψουν συμβάσεις με παραγωγούς ενέργειας με φυσική παράδοση και έτσι αποτρέπει τις ενεργοβόρες βιομηχανίες από τη σύναψη PPAs. Και τούτο τη στιγμή που η Κομισιόν «καλεί τα κράτη μέλη να εξετάσουν και να θέσουν, χωρίς διακρίσεις, επιπρόσθετες απαιτήσεις για τη χορήγηση επιδοτήσεων, μεταξύ των οποίων και η απαίτηση από τον δικαιούχο να καλύπτει ορισμένο μερίδιο των αναγκών του κατανάλωσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, π.χ. μέσω συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.