Η απασφαλισμένη βόμβα της ΔΕΗ

Η απασφαλισμένη βόμβα της ΔΕΗ
Σάββατο, 22/06/2019 - 01:00

Με απασφαλισμένη βόμβα μοιάζει η ΔΕΗ που καλείται να διαχειριστεί - την επόμενη κιόλας μέρα των εκλογών της 7ης Ιουλίου - η νέα κυβέρνηση, με τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης κατάρρευσης της επιχείρησης να είναι τεράστιες τόσο για την οικονομία, όσο και για την κοινωνία, αφού θα τεθεί σε κίνδυνο η ενεργειακή ασφάλεια της χώρας. Η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση που σύμφωνα με τα γκάλοπ και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα θα αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου καλείται να έχει ένα σαφές σχέδιο που θα κινείται σε δυο κατευθύνσεις:

Πρώτον θα πρέπει να λάβει άμεσα μέτρα για να λύσει το πρόβλημα ρευστότητας που έχει καταστεί τόσο επικίνδυνο ώστε η ΔΕΗ να κινδυνεύει με ξαφνικό θάνατο και δεύτερον θα πρέπει να σχεδιάσει την επόμενη ημέρα με μια μικρότερη αλλά υγιή επιχείρηση που θα μπορεί να επιβιώσει στη νέα πλήρως απελευθερωμένη αγορά. 

Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ παραδίδει τη ΔΕΗ με ζημίες ύψους 903,8 εκατ. ευρώ για το 2018 και 254 εκατ. ευρώ για το πρώτο τρίμηνο του 2019. Τα EBITDA του πρώτου τριμήνου του έτους είναι αρνητικά κατά 80 εκατ. ευρώ, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι ανάλογη αν όχι χειρότερη είναι η κατάσταση των οικονομικών αποτελεσμάτων και του πρώτου εξαμήνου. Το πρόβλημα ρευστότητας Έτσι η ΔΕΗ, είναι αντιμέτωπη με τον κίνδυνο οι τράπεζες να ενεργοποιήσουν ρήτρα επιστροφής των δανείων που της έχουν δώσει και ταυτόχρονα δυσκολεύεται να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της προς προμηθευτές και εργολάβους, γεγονός που μπορεί επίσης να προκαλέσει απαίτηση επιστροφής των δανείων από τις τράπεζες.

Εν όψει αυτής της κατάστασης ο αντιπρόεδρος της ΝΔ Κωστής Χατζηδάκης μίλησε χθες για σχέδιο σωτηρίας της ΔΕΗ το οποίο στην παρούσα φάση τουλάχιστον δεν περιλαμβάνει την αναζήτηση στρατηγικού επενδυτή. Ο κ. Χατζηδάκης ήταν σαφής: «Στρατηγικός επενδυτής αυτή την ώρα στην ΔΕΗ δεν θα βρεθεί. Πρέπει πρώτα από όλα να γίνει μια συντονισμένη σοβαρή προσπάθεια για να μαζευτούν τα χρωστούμενα της επιχείρησης, που έφτασαν πλέον τα 2,5 με 3 δις ευρώ». Ο κ. Χατζηδάκης διευκρίνισε ότι δεν αναφέρεται στους ανήμπορούς ανθρώπους,αλλά υπογράμμισε ότι πίσω από ρυθμίσεις για ανήμπορους έχουν κρυφτεί στρατηγικοί κακοπληρωτές 

Το σχέδιο της ΝΔ σύμφωνα πάντα με τον κ. Χατζηδάκη, προβλέπει την κατάρτιση ενός νέου bussiness plan της ΔΕΗ, που «θα αξιοποιεί καλύτερα το εργατικό δυναμικό και θα κάνει την επιχείρηση περισσότερο λειτουργική και σύγχρονη».

Βεβαίως σχέδιο αναδιάρθρωσης της ΔΕΗ έχει ήδη εκπονηθεί από την εταιρία McKinsey, το οποίο όμως παρέμεινε στα συρτάρια της διοίκησης Παναγιωτάκη, αφού η κυβέρνηση στάθηκε απέναντι σε κάθε συζήτηση για αύξηση τιμολογίων και μείωση του προσωπικού. Αντίθετα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να μεταφέρει στη ΔΕΗ όλα τα βάρη της αγοράς ηλεκτρισμού τόσο για την απελευθέρωση μέσω των ΝΟΜΕ, όσο και για την εξυγίανση της αγοράς των ΑΠΕ μέσω του ΠΧΕΦΕΛ.

Πρέπει να σημειωθεί εδώ πάντως, ότι και η επόμενη κυβέρνηση δεν φαίνεται ότι θα επιλέξει την αύξηση τιμολογίων ως λύση του προβλήματος. Άλλωστε ο αντιπρόεδρος της ΝΔ Άδωνις Γεωργιάδης έχει δηλώσει πρόσφατα με μεγάλη σαφήνεια ότι δεν θα γίνουν αυξήσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ. 

Ενδεχομένως μεταξύ των άμεσων παρεμβάσεων που θα επιχειρηθούν να είναι η διάθεση από τον κρατικό προϋπολογισμό των 250-300 εκατ. ευρώ που διεκδικεί η ΔΕΗ ως οφειλές από ΥΚΩ του 2011. Ποσό, που αρνήθηκε να εγκρίνει ο σημερινός υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, με αποτέλεσμα να μείνει στα συρτάρια του υπουργού ΠΕΝ Γιώργου Σταθάκη, η σχετική τροπολογία που ζητούσε επίμονα ο πρόεδρος της ΔΕΗ Μανόλης Παναγιωτάκης γνωρίζοντας την κατάσταση της επιχείρησης. 

Μάλιστα ο κ. Παναγιωτάκης, όταν είδε ότι οι πόρτες της κυβέρνησης κλείνουν επεδίωξε την έγκριση των οφειλόμενων ΥΚΩ από τον πρόεδρο της ΡΑΕ Νίκο Μπουλαξή. Έτσι βρέθηκε αντιμέτωπος με τη ΡΑΕ που υποστήριζε ότι για να εκτιμήσει το ύψος των οφειλόμενων ΥΚΩ χρειάζεται νομική βάση, δηλαδή την τροπολογία και την κυβέρνηση που υποστήριζε ότι για να γίνει τροπολογία χρειάζεται υπολογισμός του κόστους από τη ΡΑΕ. 

Έτσι η βόμβα ΔΕΗ απασφαλισμένη περνάει στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης με το ΥΠΕΝ να ανακοινώνει ότι ο θόρυβος των ημερών για τη ΔΕΗ οφείλεται σε κινδυνολογία τηςΝΔ με στόχο να πλήξει προεκλογικά την κυβέρνηση αλλά και να προετοιμάσει το έδαφος για την πλήρη ιδιωτικοποίηση που επιθυμεί να προωθήσει.

Πάντως το τρίτο σημείο των θέσεων της ΝΔ όπως το περιέγραψε χθες ο κ. Χατζηδάκης αφορά την πώληση μονάδων της ΔΕΗ προκειμένου να στηριχθεί η επιχείρηση. Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις η μόνη λύση για τη ΝΔ είναι να δημιουργήσει πακέτα προς πώληση μονάδων στα οποία θα περιλαμβάνονται πέραν των λιγνιτικών που έχουν ήδη δρομολογηθεί από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και κάποιους υδροηλεκτρικούς σταθμούς. Σύμφωνα με εκτιμήσεις με αυτό τον τρόπο θα μπορέσει η ΔΕΗ να εισπράξει σοβαρά έσοδα και ταυτοχρόνως να απαλλαγεί από το υψηλό κόστος των ρύπων που επιβαρύνουν τις λιγνιτικές μονάδες με αποτέλεσμα την αποτυχία του σχετικού διαγωνισμού που θεωρητικά λήγει στις 15 Ιουλίου αλλά πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι δεν θα ολοκληρωθεί. 

Μέσα σε αυτό το κλίμα, με τη μετοχή της ΔΕΗ να κλείνει χθες στο 

-17,32%, ο πρόεδρος της επιχείρησης Μανόλης Παναγιωτάκης, αναμένεται να ενημερώσει τους μετόχους στη γενική συνέλευση της 27ης Ιουνίου, ενώ χθες περιορίστηκε να πει ότι τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου δεν έχουν οριστικοποιηθεί και ότι χαρακτηρισμοί του τύπου «η ΔΕΗ στο χείλος του γκρεμού» δεν έχουν καμία βασιμότητα.

Ο κ. Παναγιωτάκης τη Δευτέρα 24 Ιουνίου προβλέπεται να υπογράψει δανειακή σύμβαση της ΔΕΗ με την Τράπεζα Ευξείνου Πόντου και σύμφωνα με πληροφορίες θα επαναλάβει το σχέδιο του για τιτλοποίηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών της ΔΕΗ ως λύση για το πρόβλημα ρευστότητας της επιχείρησης.

Άλλωστε το σχέδιο αυτό αναφερόταν και στη χθεσινή ανακοίνωση της ΔΕΗ αν και η προώθηση του θα εξαρτηθεί από την επόμενη κυβέρνηση αφού απαιτείται ισχυρή πολιτική κάλυψη των αναγκαίων αποφάσεων της διοίκησης. Μέσω της τιτλοποίησης ληξιπρόθεσμων οφειλών της τάξης του 1,5 δισ. ευρώ, κ. Παναγιωτάκης ελπίζει η ΔΕΗ να πάρει από funds ρευστότητα της τάξης των 350 με 400 εκατ. ευρώ.